Νεοφιλελεύθερο, για μια εύκολη άρνηση

Του Δημήτρη Παπαδάκη

Στις μέρες μας, στην Ελλάδα των Μνημονίων και της κρίσης, ο,τιδήποτε “κακό” συμβαίνει ή ο,τιδήποτε κομίζουν ως μέτρα οι δανειστές και οι κυβερνώντες μας και σε τελευταία ανάλυση ο,τιδήποτε δεν μας αρέσει βαφτίζεται νεοφιλελεύθερο. Πίσω από αυτή τη δαιμονοποίηση, που ποντάρει προφανώς στην ημιμάθεια των περισσοτέρων, είναι ξεκάθαρο ότι κρύβεται μια και μόνο στόχευση να μην αλλάξει τίποτα στην Ελλάδα.

Ο νεοφιλελευθερισμός είναι μια οικονομική φιλοσοφική θεωρία που εμφανίστηκε λίγο πριν τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, με κίνητρο να αποφευχθούν τα λάθη του ανεξέλεγκτου καπιταλισμού που οδήγησαν στην κρίση του 1929. Ο νεοφιλελευθερισμός ευαγγελίζεται την ελεύθερη λειτουργία του μηχανισμού τιμών της ανοικτής αγοράς, την ελεύθερη επιχειρηματικότητα, τον ελεύθερο ανταγωνισμό, αλλά μέσα σε ένα ισχυρό και άτεγκτο “Κράτος Δικαίου”. Η νεοφιλελεύθερη θεωρία, δηλαδή, αντιπρότεινε μία οικονομία της αγοράς που θα ελεγχόταν από τους κανόνες ενός ισχυρού κράτους δικαίου, ένα μοντέλο που τελικά ονομάστηκε Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς και εφαρμόστηκε με επιτυχία στη Σκανδιναβία και τη Γερμανία. Έως και τα τέλη της δεκαετίας του 1970, ο νεοφιλελευθερισμός προσιδιάζει σε αυτό που σήμερα αντιλαμβανόμαστε ως “σοσιαλδημοκρατία”. Τα σύγχρονα φιλελεύθερα ρεύματα διαφοροποιήθηκαν και διαφοροποιούνται ανάλογα με το ποσοστό αποδοχής της κρατικής παρεμβατικότητας. Έτσι, εμφανίστηκαν διάφορα ρεύματα με πιο ακραία αυτά του κοινωνικού φιλελευθερισμού (social liberalism) όπου γίνεται ανεκτός ο έντονος ρυθμιστικός ρόλος του κράτους κάτι που θεωρείται ως απευκταίο από την ονομαζόμενη σχολή των «ακραίων» φιλελεύθερων οικονομολόγων με τον χαρακτηρισμό «Φιλελευθεριστές» (libertarians) που τοποθετείται στο άλλο άκρο απορρίπτοντας κάθε κρατική παρέμβαση.

Η μαρξιστική θεώρηση του νεοφιλελευθερισμού είναι αυτή που άλλαξε τη σημασία του όρου, αφού για λόγους προπαγάνδας την μπέρδεψε με τα “Παιδιά του Σικάγο”, το καθεστώς Πινοσέτ στη Χιλή και τις θεωρίες οικονομολόγου Μίλτον Φρίντμαν, οι οποίες όμως δεν ήταν νεοφιλελεύθερες, αλλά μονεταριστικές. Ο μονεταρισμός έχει να κάνει βασικά με τη νομισματική πολιτική (η αύξηση της ποσότητας του χρήματος σε μια οικονομία οδηγεί σε άνοδο των τιμών και αύξηση του πληθωρισμού) και κυρίως με την απορρύθμιση της αγοράς από το κράτος. Το αντίθετο δηλαδή του νεοφιλελευθερισμού. Ο μονεταρισμός δηλαδή απηχεί πολιτικές σαν αυτές που εφαρμόστηκαν από την Θάτσερ στην Αγγλία (σφικτή νομισματική πολιτική, αποκρατικοποιήσεις, μείωση της δύναμης των συνδικάτων, προτίμηση προς την έμμεση φορολογία, μέτρα που βραχυπρόθεσμα αύξησαν την ανεργία και έφεραν ύφεση, αλλά μακροπρόθεσμα απέδωσαν).

Στην Ελλάδα όμως που ο κρατισμός και πελατειακές σχέσεις βασιλεύουν, η ανοησία, η ιδεολογική φτώχεια και η ιδεοληπτική πονηρία έχουν καταφέρει να παρουσιάσουν τον νεοφιλελευθερισμό σαν τον κακό δαίμονα πίσω από κάθε συζήτηση που έγινε τις τελευταίες δεκατίες για μεταρρυθμίσεις.