Ο «Ρασπούτιν» είναι το Σύνταγμα

Φωτογραφία αρχείου του Ρώσου καλόγερου Ρασπούτιν. Πρόσωπο (και) της πολιτικής επικαιρότητας στην Ελλάδα εσχάτως... λόγω Novartis.

Του Δημήτρη Παπαδάκη

Δεν μπορούμε προφανώς να ξέρουμε αν έχει ή όχι ποινικές ευθύνες ο τέως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος για όσα του καταμαρτυρούνται περί ενορχήστρωσης της σκευωρίας κατά δέκα πολιτικών αντιπάλων της προηγούμενης κυβέρνησης, με πρόσχημα το σκάνδαλο Novartis. Αυτό θα το κρίνει η Δικαιοσύνη.

Αν ο Δ. Παπαγγελόπουλος είναι ή όχι ο «Ρασπούτιν» που κινούσε τα νήματα στην Εισαγγελία Διαφθοράς μικρή σημασία έχει. Το μεγάλο «κάδρο» είναι ότι ο «Ρασπούτιν» στη Δικαιοσύνη είναι το Σύνταγμα της χώρας! Το βασικό πρόβλημα της Δικαιοσύνης είναι η διάταξη του Συντάγματος (παράγραφος 5, άρθρο 90) που προβλέπει την επιλογή Προέδρων και Αντιπροέδρων των Ανωτάτων Δικαστηρίων από το εκάστοτε Υπουργικό Συμβούλιο. Όταν λοιπόν το Σύνταγμα δίνει την απόλυτη ελευθερία επιλογής στην εκάστοτε κυβέρνηση να επιλέξει την ηγεσία της δικαστικής εξουσίας, τότε δεν μπορούμε να μιλάμε για ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και για διάκριση των εξουσιών. Για την ατελή κατοχύρωση της δικαστικής ανεξαρτησίας, που είναι απόρροια του ισχύοντος συστήματος επιλογής, ευθύνονται όσοι είχαν την πρωτοβουλία των εκάστοτε συνταγματικών αναθεωρήσεων. Δηλαδή τα κόμματα και δη τα κυβερνόντα.

Μοιραία λοιπόν στη διάρκεια της Μεταπολίτευσης είδαμε ουκ ολίγες φορές τα μεγάλα κόμματα να κατηγορούν το ένα το άλλο για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και να παρουσιάζονται ως υπερασπιστές της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης. Κρύβοντας έτσι την ουσία, η οποία είναι πως η πολιτική ελίτ τη Δικαιοσύνη τη θέλει εξαρτώμενη. Το ζήτημα της απαγκίστρωσης της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία πρέπει κάποια στιγμή, όταν γίνει μια σοβαρή Συνταγματική Αναθεώρηση, να γίνει απόλυτης προτεραιότητας ζήτημα. Γιατί, το πρωθυπουργοκεντρικό σύστημα, όπου ένας άνθρωπος ελέγχει το κόμμα, την κυβέρνηση, τη βουλή και διορίζει την ηγεσία της Δικαιοσύνης χωρίς να ελέγχεται από κανέναν δεν μπορεί να συνεχίσει.

Το πιο ισχυρό κράτος του κόσμου, είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, όχι γιατί μόνο έχουν πυρηνικά, αλλά γιατί διαθέτουν τα λεγόμενα checks and balances, δηλαδή το σύστημα των πολλαπλών ελέγχων, όπου τα όργανα της κυβέρνησης, τη νομοθετικής εξουσίας και της δικαστικής εξουσίας είναι διαχωρισμένα το ένα από το άλλο και ελέγχονται μέσω αμοιβαίων και εκτεταμένων περιορισμών. Έτσι είδαμε στις ΗΠΑ, για παράδειγμα τον Μπιλ Κλίντον να δικάζεται -όντας εν ενεργεία Πρόεδρος- με αφορμή τις ερωτικές περιπετειούλες του, ενώ στην Ελλάδα οι πρώην πρωθυπουργοί δεν καταθέτουν ούτε καν στις εξεταστικές επιτροπές της βουλής.

Περισσότερο «πολιτική» η απόφαση του Μητσοτάκη

Για να επανέλθουμε όμως στο σήμερα. Η απόφαση της κυβέρνησης να βγάλει τον Αλέξη Τσίπρα από το κάδρο των τυχόν ποινικών ευθυνών για την πιθανολογούμενη σκευωρία Novartis είναι οπωσδήποτε μια κίνηση που βοηθά στο νηφάλιο πολιτικό κλίμα που έχει ανάγκη η χώρα και η οικονομία της. «Εγώ τους πολιτικούς μου αντιπάλους δεν τους στέλνω στα δικαστήρια. Οι Πρωθυπουργοί κρίνονται στις κάλπες, στις συνειδήσεις των πολιτών και στις σελίδες της Ιστορίας» φέρεται να είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Η επιλογή αυτή έχει ένα συμβολισμό που προσλαμβάνει ιστορικά χαρακτηριστικά. Το 1989, με αφορμή τη δίωξη του Ανδρέα Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής φέρεται να είχε πει: «Έναν πρώην πρωθυπουργό τον στέλνεις σπίτι του. Όχι στο δικαστήριο ή τη φυλακή». Ο πατέρας του σημερινού Πρωθυπουργού, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, δεν είχε ακολουθήσει τη συμβουλή του Κ. Καραμανλή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου παραπέμφθηκε, όμως μετά από σχεδόν τρία χρόνια, επέστρεψε πανηγυρικά στην εξουσία. Ίσως αυτό να θέλει να αποφύγει ο Κυριάκος Μητσοτάκης και για αυτό αποφάσισε να πράξει διαφορετικά από τον πατέρα του.
Όμως στη Δικαιοσύνη δεν πηγαίνει κάποιος ως πολιτικός αντίπαλος, αλλά ως πιθανός παρανομήσας. Το να μην τον στέλνεις στη Δικαιοσύνη αποτελεί συγκάλυψη, ίσως και κάτι παραπάνω… Ιδίως όταν αυτή η απόφαση λαμβάνεται πριν εξεταστεί αν υπάρχουν ή όχι ενδείξεις ενοχής.