Ο πολιτισμός του πνεύματος, αντίδοτο στην πολιτισμική κρίση

Toυ Νίκου Ναούμη
Χωρίς αμφιβολία αυτή την περίοδο στην πατρίδα μας, δεν έχουμε μόνο κρίση στο οικονομικό γίγνεσθαι αλλά και σε πάρα πολλές επιπλέον εκφάνσεις της ζωή μας και της κοινωνίας.

Κρίση διέρχεται για παράδειγμα η πολιτική ζωή του τόπου, οι θεσμοί σε όλα τα επίπεδα, ακόμα και οι διαπροσωπικές μας σχέσεις.

Πολλοί, θεωρούν ότι η πολυεπίπεδη αυτή κρίση, ξεκινά από τα προβλήματα που η καταρρέουσα οικονομία μας παρουσιάζει. Σ’ αυτές τις γραμμές, θα επικεντρώσω το ενδιαφέρον μου, στην πολιτισμική κρίση και τι εγώ θεωρώ στο δεδομένο αυτό σκηνικό ότι πρέπει να γίνει για να μην εκλείψει η παραγωγή πολιτισμού, καθώς επίσης και το τι θεωρώ πολιτισμό στις μέρες μας.

Συνηθίζουμε να λέμε ότι η χώρα μας, εκτός όλων των άλλων, γέννησε και τον πολιτισμό, τόσο με την στενή, όσο και με την ευρεία έννοια του όρου και δεν πιστεύω πως η άποψη αυτή, απέχει από την πραγματικότητα. Όλοι είμαστε περήφανοι για τα επιτεύγματα των προγόνων μας στον τομέα της τέχνης και του πολιτισμού. Σήμερα όμως, μεσούσης της πρωτόγνωρης κρίσης που βιώνουμε, η παραγωγή πολιτισμού είναι εφικτή; Αρκετές μέρες τώρα, προβληματίζομαι γι’ αυτό.

Πρώτα απ’ όλα θα πρέπει να ξεχωρίσουμε τι ακριβώς εννοούμε όταν λέμε πολιτισμός. Ο πολιτισμός, με την γενικότερη έννοια του όρου, σημαίνει πάρα πολλά πράγματα ταυτόχρονα. Πολιτισμός σημαίνει ας πούμε η κατασκευή μεγάλων έργων όπως στην Αθήνα του Περικλή, που θα ταξιδεύουν στο διηνεκές και θα δείχνουν στις μελλοντικές γενιές, το μεγαλείο και την κουλτούρα όσων έζησαν την δεδομένη χρονική περίοδο της ιστορίας. Εντυπωσιακά δημόσια κτίρια, κομψά έργα τέχνης και άλλα πολλά έργα, ανάλογης λαμπρότητας. Δεν είναι όμως μόνο αυτό πολιτισμός. Είναι και αυτό. Πολιτισμός, είναι επίσης και η υψηλού επιπέδου παιδεία, καλλιέργεια και παραγωγή κουλτούρας, ανάταξη της συμπεριφοράς των μεταξύ μας σχέσεων.

Αν λοιπόν εστιάσουμε στο πρώτο που όπως εύκολα γίνεται αντιληπτό προϋποθέτει τεράστια χρηματικά ποσά, δυστυχώς, κάτι τέτοιο φαντάζει αδύνατο, με τα λεηλατημένα κρατικά ταμεία να μην μπορούν να συνδράμουν. Ως εκ τούτου, θα πρέπει ν’ αναζητηθούν τρόποι διαφορετικοί για να μπορέσουμε να μην τα αποκλείσουμε κι εντελώς.

Ποιοι μπορεί να είναι αυτοί οι τρόποι; Ένα παράδειγμα θα μπορούσε να ήταν, την πρωτοβουλία αυτή και γενικότερα παρόμοιου τύπου πρωτοβουλίες, να την αναλάβουν ιδιώτες που έχουν την διάθεση, το μεράκι και κυρίως, τα χρήματα να σταθούν αρωγοί σε τέτοια έργα. Δεν πρέπει άλλωστε να λησμονούμε, τη μεγάλη συνεισφορά των Ελλήνων ευεργετών, που άλλες πέτρινες εποχές, προσέφεραν τα μέγιστα στην πατρίδα μας. Ακούω συχνά, για Έλληνες που διαπρέπουν στο εξωτερικό, με μεγάλη οικονομική επιφάνεια. Δεν θα μπορούσαμε αυτούς να τους προσεγγίσουμε ως πολιτεία ή ακόμα – ακόμα και ως τοπικές κοινωνίες, αν, λόγου χάρη, κατάγονται απ’ το χωριό μας και θέλουμε να αναδείξουμε στοιχεία από την ιστορία και τον πολιτισμό του…; Βέβαια, σε μια συζήτηση που είχα μ’ έναν πολύ καλό μου φίλο για το συγκεκριμένο θέμα, πολύ σωστά μου επισήμανε, ότι η διαφορά των πλούσιων Ελλήνων για παράδειγμα του 19ου αιώνα, που έζησαν και μεγαλούργησαν στο εξωτερικό και θεωρούνται μεγάλοι ευεργέτες, με τους αντίστοιχους Έλληνες του σήμερα που μεγαλουργούν στο εξωτερικό, είναι τεράστια. Παλιότερα, οι άνθρωποι αυτοί, έφευγαν ως μετανάστες, κουβαλώντας μαζί τους τον νόστο και την αγάπη για την πατρίδα. Είχαν μεγαλώσει εδώ, έμαθαν τα πρώτα τους γράμματα εδώ και κυρίως βίωσαν στερήσεις, πόνο και δύσκολες στιγμές, στα δύσκολα χρόνια για την πατρίδα και το έθνος μας. Η ελληνικής καταγωγής διαπρέποντες όμως του εξωτερικού σήμερα, έχουν την Ελλάδα, ως μια απλή αναφορά, καθώς έχουν γαλουχηθεί με τις αρχές, τις αξίες και τα ιδανικά, του τόπου που μεγάλωσαν και ζούνε. Γι’ αυτούς η Ελλάδα, είναι τόσο μακριά αλλά και παράλληλα τόσο κοντά, όσο διαρκεί ένα κλικ, στον υπολογιστή τους και τίποτα παραπάνω, χωρίς απαραίτητα αυτό να σημαίνει ότι θα τους ψέξουμε ή θα τους ρίξουμε την πέτρα του αναθέματος γι’ αυτό. Είναι και λογικό και αυτονόητο νομίζω, ότι δεν μπορούμε να βασιζόμαστε εξ’ ολοκλήρου σε τέτοιες περιπτώσεις. Όμως, υπάρχουν σίγουρα άνθρωποι, που ζούνε και κυκλοφορούν ανάμεσά μας, και μεγαλύτερες δυνατότητες από έναν μέσο πολίτη έχουν και πατριώτες θεωρώ ότι είναι. Αυτοί οι άνθρωποι, θα μπορούσαν σίγουρα, να παίξουν καθοριστικό ρόλο στην υπόθεση που ονομάζεται πολιτισμική παραγωγική διαδικασία σήμερα.

Άλλος τρόπος, θα μπορούσε για παράδειγμα να είναι, η προσέλκυση του ενδιαφέροντος, ιδρυμάτων του εξωτερικού, μεγάλων πανεπιστημίων κ.τ.λ. . Οι τοπικές κοινωνίες και δήμοι, θα μπορούσαν εθελοντικά, να συνδράμουν τέτοιες πρωτοβουλίες που θα αναδείξουν τον τόπο τους, καθώς, άλλες δυνατότητες, δεν πιστεύω ότι υπάρχουν. Το μόνο που έχει απομείνει, είναι καλή θέληση και διάθεση.

Για να μην ξεφεύγουμε όμως από τον στόχο μας, η παραγωγή πολιτισμού σε μια κοινωνία, δεν πιστεύω ότι συναρτάται άμεσα από το οικονομικό status quo αυτής. Εκτός όμως, από το δεδομένο αυτό, Πολιτισμός που αναγάγει σε ύψιστη αξία την οικονομική του και μόνο πρόοδο, καταντά υλιστικό και συνήθως, απάνθρωπο δημιούργημα. Θεωρώ, μάλιστα πως αυτός είναι και ο λόγος που η χώρα μας σήμερα βάλλεται με τέτοιο απάνθρωπο τρόπο. Όταν έχουμε αναγάγει την οικονομική εξέλιξη σε πρωταρχικό παράγοντα πολιτισμού, κάθε άλλη δραστηριότητα ανθρώπινη την υποβιβάζουμε ή τη συναρτούμε με την οικονομική αντίστοιχη. Για την Ελλάδα όμως, οφείλουμε να τονίσουμε και το εξής: Είναι καιρός τώρα που έχουμε απολέσει, ως λαός, τις παραδοσιακές μας αξίες και την κουλτούρα μας. Στη θέση τους έχουμε υιοθετήσει αξίες που προέρχονται από άκριτη μιμητική εισαγωγή ξένων προτύπων, αλλότριων όμως ως προς τη δική μας κοσμοθεωρία. Κι αυτή η απώλεια μας έχει κάνει να χάσουμε αντίστοιχα και την εθνική μας ταυτότητα. Θλίβομαι, λοιπόν όταν βλέπω σε ένα χωριό ή μια κοινότητα, δηλαδή ένα από τα πλέον παραδοσιακά και πανάρχαια δημιουργήματα του ελληνικού πολιτισμού, να ασχολούνται ορισμένοι όχι με το πώς θα σφυρηλατήσουμε αυτές τις τόσο σημαντικές διαπροσωπικές σχέσεις μεταξύ μας, το μοναδικό αντίδοτο σ’ αυτή την απάνθρωπη κοινωνία που έχουμε μεταμορφωθεί, αλλά με το πώς θα βρούμε χρήματα για να κάνουμε αρχαιολογικές ανασκαφές. Η αγάπη για την πατρίδα και τον πολιτισμό μας δεν αποδεικνύεται μονάχα με το να αποθεώνουμε άψυχα μάρμαρα και να θαυμάζουμε – συνήθως με εντελώς «ακαδημαϊκό» και ψυχρό βλέμμα – τα υλικά επιτεύγματα των προγόνων μας. Η αγάπη για τον πολιτισμό μας αποδεικνύεται κάθε φορά με με την πίστη μας στην παράδοση, με την οικείωση σε καθημερινή βάση των αξιών που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας, αξιών όπως η δημοκρατία, η ελευθερία, η πίστη στον άνθρωπο και στις δυνατότητές του.

Επιπροσθέτως, πιστεύω ότι στις μέρες μας, στοιχείο πολιτισμού, είναι η καλλιέργεια εννοιών, όπως η αλληλεγγύη, ο σεβασμός και η συνδρομή στους διπλανούς μας που υποφέρουν. Αν ανατρέξουμε και στις αρχές της θρησκείας μας, θα διαπιστώσουμε ότι παραδείγματα όπως εκείνα που οι Γραφές μας διδάσκουν και κάνουν λόγο για δύο χιτώνες που καλούμαστε να δώσουμε τον ένα για την ανακούφιση του διπλανού μας, τότε, πέρα όλων των άλλων, ένα τέτοιο παράδειγμα, μας δείχνει ξεκάθαρα, τον δρόμο που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε.

Αν, λοιπόν οφείλουμε να κάνουμε κάτι σήμερα, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, αυτό είναι να αρχίσουμε και πάλι, να παράγουμε πολιτισμό, που θα βασίζεται περισσότερο σε ηθικές βάσεις παρά σε υλικά αντικρίσματα. Σε κάθε σπιθαμή γης, όπου κατοικούν Έλληνες. Σε κάθε μεγάλη πόλη ή κωμόπολη, σε κάθε χωριό και κοινότητα, οφείλουμε να καλλιεργήσουμε αυτή την αγαστή σύμπνοια και συνεργασία που μας διαφύλαξαν, στους αιώνες που πέρασαν, από σκληρούς και βάναυσους κατακτητές, από διπρόσωπες οχιές και γλυκομίλητους προδότες. Σε αντίθετη περίπτωση, όχι μόνο δεν μπορούμε να κάνουμε λόγο για την συνέχιση της πολιτισμικής μας παραγωγής και παράδοσης αλλά με μαθηματική ακρίβεια, θα οδηγηθούμε σε μία κοινωνία, που δεν θα διαφέρει και πολύ από ζούγκλα, με τον ισχυρότερο να επικρατεί απέναντι στον πιο αδύναμο.

Πως αυτό λοιπόν θα το καταφέρουμε; Αυτό θα το καταφέρουμε μόνο, αν όλοι μαζί, μια παρέα, μια γροθιά, αποφασίσουμε και κυρίως, συνειδητοποιήσουμε, ότι πρέπει να συνεχίσουμε να γράφουμε ιστορία.