«Αναστοχάζομαι» το Μεσολόγγι

της Αλεξάνδρας Τσόλκα
Ναι! Κυρία Ρεπούση μου! Το αναστοχάζομαι, όπως μου είπατε να πράξω, προοδευτική εσύ και προχωρημένη βουλευτής μας. Γιατί; Διότι φοβούμαι μη και δε θεωρηθώ αριστερή, μιας και μου αρέσουν και οι εθνικές γιορτές και οι παρελάσεις! Μάλιστα κ. Ρεπούση! Το παραδέχομαι συντετριμμένη αλλά μου αρέσουν…

Με καταγωγή απ το Μεσολόγγι και με έναν προπάππο ήρωα της Εξόδου, με το παράσημο του να στολίζει πάντα τη σάλα, στο σπίτι, εκεί, με θέα στη μεγάλη λίμνη, που χε από κάτω την υπογραφή του Ιωάννη Καποδίστρια, μεγαλώσαμε με τα συνομήλικα μου ξαδέλφια, που τώρα μεσόκοποι σκορπίσαμε σε όλη τη γη και χαθήκαμε σαν ατμοί, με τα χρόνια, με ένα αίσθημα μπορεί και ανωτερότητας για την τύχη μας να είμαστε απ την Ιερή Πόλη της Ελλάδας.

Τα παιδικά χρόνια στην βαριά, υγρή αιτωλική ατμόσφαιρα, με την ακινησία των λιμνών, τα μεγάλα σιωπηλά μεσημέρια, τα τεράστια δωμάτια, -μην αγγίξεις αυτό, ούτε τα άλλο!- τα όλα κειμήλια ήταν στοιχειωμένα από μια αίσθηση σπουδαιότητας ευπατρίδων γονέων. Και εμείς να καμαρώνουμε τη πόλη μας, το γέννημα δύο ιταλικών λέξεων, Μezzo/messo και langi. «Ένα μέρος εν μέσω λιμνών» δηλαδή, ή «ένα μέρος που περιβάλλεται από λίμνες». Έτσι, βλέπαμε συχνά τον Ντελακρουά στο μουσείο της Πόλης, θεωρούσαμε τον Μπάιρον, δικό μας, συγγενή μας, βρίσκαμε φυσικό ο εθνικός ποιητής ο Διονύσης Σολωμός να μιλάει για το σπαραγμό των Ελεύθερων Πολιορκημένων και φυσικά ο επόμενος εθνικός μύστης των λέξεων να ναι απ το ιστορικό σόι των Παλαμάδων, ο Κωστής. Μεγαλώσαμε θεωρώντας σπουδαίο πράγμα να κουνάμε τα σημαιάκια μας στους εορτασμούς της Εξόδου, η να φοράμε τις στολές των προγόνων μας εκείνες τις μέρες. Θεωρούσαμε πως ήταν πολύ σημαντικό να ξέρουμε πως κρατάμε από οικογένειες και έναν τόπο, που όταν η Επανάστασης του 1821 έδειχνε να χει βαλτώσει, εδώ ξεκίνησαν πάλι όλα, με πείσμα, αυτοθυσία, αποφασιστικότητα, έρωτα για ένα πνεύμα δημιουργίας και ελευθερία πάνω απ όλα.

Στην ενηλικίωση και στα χρόνια τα φοιτητικά μάθαμε, να μη πολυμιλάμε για όλα αυτά. Ήταν ασαφή τα όρια στον πατριωτισμό, τον εθνικισμό, το φασισμό, την αγάπη για την πατρίδα. Ο κόσμος δεν έπρεπε να χει σύνορα. Ναι. Ούτε όμως και το δίκιο των λαών έχει; Η τοπική, μπορεί και τοπικιστική περηφάνια, να σώπασε, αλλά ήρθε στην επιφάνεια, ύστερα από άλλη μια τοποθέτηση της πολύ προοδευτικής και προχωρημένης, όπως ήδη σημείωσα, για τα δικά μου συναισθηματικά δεδομένα κ. Μαρίας Ρεπούση, βουλευτού της ΔΗΜΑΡ.

«Η έξοδος του Μεσολογγίου δεν θα μπορούσε να καταργηθεί», δήλωσε η κυρία Ρεπούση «διότι έγινε και κανείς δεν μπορεί να την καταργήσει. Εκείνο που πρέπει να ξανασκεφθούμε είναι ο τρόπος που γιορτάζουμε τις εθνικές επετείους, ώστε να πάψουν να είναι στερεοτυπικές και να γίνουν περισσότερο αναστοχαστικές και χρήσιμες για την ιστορική μας μνήμη, αλλά και την προοπτική της χώρας μας».

Ζήτησε η Βουλευτής των Ελλήνων, μάλιστα, από τον υπουργό Παιδείας κ. Κωσταντίνο Αρβανιτόπουλο και κάτι άλλο: «Να καταργηθούν εδώ και τώρα οι μαθητικές παρελάσεις». Ούτε αυτές προσφέρουν τίποτα, είναι αναχρονιστικές, θεσπίσθηκαν επί Μεταξά και είμαστε, όπως λέει η μοναδική χώρα στην Ευρώπη που διοργανώνουμε μαθητικές παρελάσεις. Ανάμεσα στα δημοσιεύματα χρεώθηκε στην βουλευτή και η φράση «εθνικιστικό κιτς».

Εμείς πάλι, όλα μαζί μικρά, εκείνες τις μέρες του εορτασμού της Εξόδου, θυμόμαστε να ακούμε με προσοχή τι έλεγε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στη μνήμη και για τιμή εκείνων των Ελεύθερων Πολιορκημένων, πιστεύοντας πως είναι ο μέγιστος θεσμός της Δημοκρατίας ο Πρόεδρος της αλλά και η μνήμη ελάχιστη υποχρέωση. Μας πήγαιναν να δούμε τις εκθέσεις στο Μουσείο, την αναπαράσταση της Εξόδου, να ακούσουμε τις ομιλίες (οκ, εκεί βαριόμασταν λίγο). Ήταν μέρες γιορτής, μνημόσυνου για τους δικούς μας νεκρούς, σε κάθε μας πόλεμο, σεβασμού σε ήρωες, που τολμούσαν να ζήσουν έστω και πολιορκημένοι ελεύθεροι, πεινασμένοι, ρημαγμένοι, αλλά όχι μια ζωή ραγιάδες, όπως έλεγε και ο Ρήγας Φεραίος. Δε ξέραμε πως αυτό είναι κιτς! Πως είναι εθνικιστικό! Πως προσβάλει την αισθητική της κ. Ρεπούση. Αν το γνωρίζαμε θα απαιτήσουμε έστω και τώρα ο εορτασμός να γίνεται με έργα συμφωνικής Μουσικής στο Μέγαρο Μουσικής και στο Μεσολόγγι να παίζουμε τα ωραία πλάνα της σειράς Σουλεημάν ο Μεγαλοπρεπής, σε ένδειξη προοδευτισμού, ανήμερα της Εξόδου στη κεντρική πλατεία μέσα απ το κάστρο. Ζητούμε ήμαρτον ταπεινά απ την κ. Ρεπουση γιατί «στερεοτυπικά» κουνούσαμε το σημαιάκι μας και μας άρεσαν τα πυροτεχνήματα στη λήξη και οι έφιπποι άντρες με τις φουστανέλες. Ζητούμε συγγνώμη γιατί κάθε τέτοια μέρα θυμόμαστε τους παππούδες που μας μεγάλωναν με την ιστορία πως βγήκαν οι γυναίκες και τα παιδιά απ το κάστρο και πως ο πολεμιστή δικός μας ο προπάππος, πολιορκημένος « λαλούσε πολύ γλυκά τον βαγλαμάν», εκατόνταρχος αυτός της χιλιαρχίας, για να εμψυχώσει τους άνδρες του, θέμα και μνήμη πολύ «αναχρονιστική» μάλλον ! Άσε που δεν βοηθάει και στον «αναστοχασμό», δηλαδή αν ο προπάππος ο Παλαιογιάννης, βάραγε ταμπουρά, μπα και ήταν άλλη η εξέλιξη της επανάστασης η αν έγραφε αυτός πρώτος το Κεφάλαιο του Μαρξ, θα ταν πιο «|χρήσιμο για την ιστορική μας μνήμη αλλά και την προοπτική της χώρας μας»; Πως; Πιθανόν αντί για «βαγλαμάν» του προπάππου να χαμε τα δισέγγονα του σ όλο το κόσμο, μάθει ντραμς…

(σ.σ: κ. Ρεπούση μας, άσχετα απ όλα τα άλλα, η Ελλάδα πεινάει, υποφέρει, στενάζει, πεθαίνει σε νοσοκομεία, χωρίς χημειοθεραπείες και φάρμακα, δεν κάνει εμβόλια στα παιδιά της και εσείς αντί για όλα αυτά κόπτεσθαι πως γιορτάζουμε εμείς στο Μεσολόγγι την Έξοδο; Καμία πιο σοβαρή δουλειά δεν έχετε να κάνετε; Όπως να βρείτε λύσεις στο σύγχρονο δράμα μας, που δείχνει να μας αφήνει για πάντα πολιορκημένους και χωρίς ελευθερία ούτε ως προοπτική;).

Πηγή: matrix24.gr