H ναυμαχία των Εχινάδων Νήσων

Η ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΩΝ ΕΧΙΝΑΔΩΝ ΝΗΣΩΝ – ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΛΑΔΕΥΤΗΡΑ (ΑΘΗΝΑ 18-11-2012, ΕΝΩΣΗ ΑΣΤΑΚΙΝΩΝ)
Από το maheras.wordpress.com
Με την ονομασία Ναυμαχία της Ναυπάκτου παρέμεινε στην ιστορία η ναυμαχία που έγινε στις 7 Οκτωβρίου του 1571 μεταξύ των ενωμένων στόλων της Ισπανίας, της Βενετίας, της Γένουας, της Νεάπολης και Σικελίας και του Πάπα εφενός και του ενιαίου στόλου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αφετέρου, παρά την είσοδο του Κορινθιακού Κόλπου κοντά στις νήσους νότιες Εχινάδες παρά το Ακρωτήριο Σκρόφα. (el.wikipedia.org)

Η ονομασία της προήλθε όχι από την πόλη της Ναυπάκτου αλλά από την ονομασία (θέση) του Κόλπου που έγινε η ναυμαχία, επειδή τότε ολόκληρος ο Κόλπος λεγόταν από τους Ενετούς “Κόλπος της Ναυπάκτου. Η Ναυμαχία των Εχινάδων Νήσων (λανθασμένα αναφερόμενη ως Ναυπάκτου) είναι μια από τις σημαντικότερες ναυμαχίες στην παγκόσμια ιστορία και η αμέσως μετά της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας ιστορικότερη ναυμαχία. Αποτελεί δε ακόμη και ιστορικό σταθμό στη ναυτική τακτική καθώς και στη ναυπηγική.

Στη Ναυμαχία αυτή έλαβε μέρος ως υπαξιωματικός της γαλέρας Μαρκέσα (Marquesa), ο μετέπειτα διάσημος Ισπανός συγγραφέας Μιγκέλ ντε Θερβάντες. Αν και άρρωστος με πυρετό την ημέρα εκείνη, ο Θερβάντες αρνήθηκε να μείνει κάτω, και παρεκάλεσε να του επιτραπεί να λάβει μέρος στη μάχη. Πολέμησε και πληγώθηκε τρεις φορές από σφαίρα, δύο στο στήθος και μία που του άφησε μόνιμη αναπηρία στο αριστερό (ευτυχώς) χέρι, πράγμα που αναφέρει στο έργο του «Ταξίδι στον Παρνασσό». Ο Θερβάντες πάντα ένοιωθε υπερήφανος για τη συμμετοχή του στη Ναυμαχία, πίστευε ότι «είχε λάβει μέρος σε ένα γεγονός που θα διεμόρφωνε την πορεία της ευρωπαϊκής Ιστορίας», (που όπως αποδείχθηκε ιστορικά δεν είχε άδικο), ενώ συπλήρωνε σε κείμενό του γι΄ αυτήν: “την ημέρα εκείνη διαλύθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο η μέχρι τότε υφιστάμενη πεποίθηση, ότι οι Τούρκοι ήταν στη θάλασσα αήττητοι“.

Η Ναυμαχία (αναφερόμενη ως) της Ναυπάκτου υπήρξε το τέλος των κωπήλατων πολεμικών πλοίων και η ανατολή των ιστιοφόρων στους κατά θάλασσα αγώνες. Μια ιστορική διαδρομή 2.500 ετών και πλέον, του κουπιού, που είχε ξεκινήσει από την Αργοναυτική εκστρατεία έφθασε στο τέλος της για να δώσει τη σειρά του στο πανί ως κύριο μέσο πρόωσης, που βεβαίως είχε ξεκινήσει εξ ανάγκης στα εμπορικά πλοία, λόγω των μεγάλων αποστάσεων που έπρεπε να καλύψουν, αλλά που δεν είχε όμως δοκιμασθεί για περιορισμένες κατ΄ έκταση ναυμαχίες. Σ΄ αυτή την τότε σύγχρονη εξέλιξη, η ναυτική τέχνη και η ναυπηγική προσαρμοζόμενες άρχισαν να παρουσιάζουν τεράστια ιστιοφόρα για να καταλήξουν στα λεγόμενα Δίκροτα και Τρίκροτα που θα καλύψουν ανάγκες των επόμενων πέντε αιώνων προκειμένου και αυτά να υποκλιθούν στη νεότερη γενιά του ατμού και του σιδήρου. Η ναυμαχία αυτή σήμανε επίσης το τέλος των επιδιώξεων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας για μιαν έξοδο στον Ατλαντικό.

Η ‘ΕΝΩΣΗ ΑΣΤΑΚΗΝΩΝ ΑΘΗΝΑΣ’ διοργάνωσε στις 18-11-2012 εκδήλωση με θέμα Εχινάδες Νήσοι ¨Αιώνιοι φρουροί του Αστακηνού κόλπου” όπου ο γιατρός Χρήστος Κλαδευτήρας στην ομιλία του, με αγάπη για το γενέθλιο τόπο αλλά και για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, αναφέρθηκε στο ιστορικό αλλά και με λεπτομέρειες στα συμβάντα της Ναυμαχίας των Εχινάδων.

Έχουμε τη χαρά να δημοσιεύουμε στο σύνολό του το υλικό της ομιλίας του (κείμενα και φωτογραφίες), που ευγενικά μας παραχώρησε ο γιατρός Χρήστος Κλαδευτήρας. Υλικό χρήσιμο στους ιστορικούς, στους σπουδαστές και τους ερευνητές της ιστορίας. Τον ευχαριστούμε θερμά

ΟΜΙΛΙΑ ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΛΑΔΕΥΤΗΡΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΝΑΥΜΑΧΙΑ ΤΩΝ ΕΧΙΝΑΔΩΝ (ΑΘΗΝΑ, 18-11-12) ΕΝΩΣΗ ΑΣΤΑΚΙΝΩΝ
ΕΙΚΟΝΕΣ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ

ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΕΣ
Το θέμα της σημερινής μας εκδήλωσης νομίζω έχει ένα διπλό στόχο. Ο πρώτος είναι να έρθουμε κοντά στην γενέτειρά μας προσεγγίζοντας την θαλασσινή της διάσταση. Ειδικότερα να έρθουμε κοντά στις «Εχινάδες» τους αιώνιους αυτούς φρουρούς του Αστακηνού κόλπου. Στις «Εχινάδες» που στον καθένα από εμάς, η βιωματική του εμπειρεία, σ΄άλλον μεγαλύτερη και σ΄άλλον μικρότερη, μετρά στην μνήμη του και στην καρδιά του.
Αιώνιοι, λοιπόν φρουροί για να προστατεύουν τον Αστακηνό κόλπο από τις κακοκαιρίες. Αιώνιο φυσικό Ιχθυοπαραγωγικό πάρκο στο οποίο έκατοντάδες οικογένειες αλειαίων βιοπορίστηκαν στις ακτές τους. Σημαντική είναι η συμβολή τους στην κτηνοτροφία της περιοχής. Η χλωρίδα, η πανίδα και η βιοποικιλότητα των νησιών τις κατατάσσουν στα μεγαλιώδη πάρκα της φύσης.
Κοντά τους λοιπόν γεννηθήκαμε και μεις και είναι η ζωή μας με πολλούς τρόπους συνδεδεμένη μαζί τους. Ο πρώτος λόγος της σημερινής εκδήλωσης έχει αυτό ακριβώς το νόημα. Να μας φέρει κοντά στον Αστακό, με αναφορά στους «ΕΧΙΝΑΔΕΣ» τους αιώνιους φρουρούς της γενέθλιας γης μας.Ο δεύτερος λόγος της σημερινής εκδήλωσης είναι να αποκατασταθεί η Ιστορική αλήθεια ενός κοσμοϊστορικού γεγονότος. Αλήθεια κυρίως όσον αφορά τον τόπο που αυτό έλαβε χώρα. Πρόκειται για την Ναυμαχία της Ναυπάκτου τουλάχιστον έτσι όπως αυτή συνηθίζεται να αναφέρεται στα Ιστορικά και Σχολικά βιβλία. Ναυμαχία η οποία απετέλεσε σταθμό στην διένεξη μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων και του Οθωμανικού Κράτους για την κυριαρχία στην περιοχή της σημερινής Ελληνικής Επικράτειας, και γενικότερα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η Ναυμαχία της Ναυπάκτου ονομάστηκε έτσι, όχι γιατί αυτή έλαβε χώρα στα νερά της Ναυπάκτου, αλλά γιατί ήταν ο πιό κοντινός αστικός σχηματισμός της Οθωμανικής Επικράτειας. Η πραγματική θέση όμως που η ιστορική αυτή Ναυμαχία έλαβε χώρα είναι οι Εχινάδες Νήσοι και κυρίως η Νότια πλευρά τους προς την Οξιά και η είσοδος του Πατραϊκού κόλπου. Τα πρώτα χρόνια μετά το κοσμοϊστορικής σημασίας γεγονός, η Ναυμαχία αναφερόταν σαν Ναυμαχία των Καρτσολάρων – Εχινάδων νήσων. Σιγά –σιγά και με το πέρασμα των χρόνων η αναφορά στο γεγονός άρχισε να γίνεται με την Ονομασία της πιο κοντινής πόλης της Οθωμανικής Επικράτειας που ήταν η Ναύπακτος (Λεπάντο) που ήταν άλλωστε το σημείο εκκίνησης του Οθωμανικού στόλου εκείνο το χάραμα της 7ης ΟΚΤ του 1571. Έτσι σήμερα οι ετήσιες εκδηλώσεις μνήμης του γεγονότος αξιοποιούνται από τον Δήμο Ναυπάκτου. Είναι δύσκολο σε μας να ανατρέψουμε αυτή την σχεδόν καθηλωμένη αναφορά. Έχουμε όμως χρέος να αναφερθούμε, με μια δημόσια εκδήλωση όπως η σημερινή και ενδεχομένως άλλες στο μέλλον, στα πραγματικά περιστατικά και στο ακριβές σημείο που αυτή έλαβε χώρα. Οφείλουμε εμείς να γνωρίζουμε, και την γνώση την δική μας να την μεταφέρουμε στα παιδιά μας, αλλά και σε όποιον θέλει να μάθει τα πραγματικά ιστορικά γεγονότα και τί κρύβεται πίσω από τον Τίτλο «Ναυμαχία Ναυπάκτου».

Η τοπική αυτοδιοίκηση της περιοχής, είτε αυτή ονομάζεται «Δήμος Αστακού» είτε Δήμος Ξηρομέρου, οφείλει με αυτοπεποίθηση να λάβει, από το κομοϊστορικό αυτό γεγονός και την αναφορά στην μνήμη του, το μερίδιο που του αξίζει αφού πρώτα τεκμηριωμένα όπως θα προσπαθήσουμε να κάνουμε σήμερα αναφερθούμε στην πραγματική τοπογραφία του. Συγχωρέστε μου τον σχετικά μεγάλο πρόλογο. Αντικείμενο λοιπόν της σημερινής μου αναφοράς είναι η «Ναυμαχία των Εχινάδων» όπως από δω και πέρα θα ονοματίζω την Ναυμαχία της Ναυπάκτου.
Καταλαβαίνω ότι όλοι όσοι είμαστε παρόντες στην σημερινή εκδήλωση δεν έχουμε κοινή αναφορά στο Ιστορικό
πλαίσιο και τα γεγονότα εκείνης της εποχής. Γι΄αυτό θα προσπαθήσω να φτιάξω αυτόν του κοινό τόπο στην σκέψη μας, απαραίτητο για να κάνουμε την αναφορά που χρειάζεται για ένα τέτοιο γεγονός κομοϊστορικής σημασίας. Ο 16ος αιώνας δηλ. ο αιώνας που ξεκινά το 1500 και τελειώνει το 1600 βρίσκει την σημερινή Ελληνική Επικράτεια να είναι η περιοχή ανταγωνισμού των δύο μεγάλων πολιτικό – θρησκευτικών συνασπισμών. Από την μια η Δύση που αποτελείται από την Ισπανία – Βενετία – Γένοβα – Βασίλειο Νεαπόλεως – ΑυστροΓερμανία. Από την άλλη η Οθωμανική Ανατολή, Τον προηγούμενο αιώνα είχε λάβει χώρα το Κοσμοϊστορικό γεγονός της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η Βασιλεύουσα Κων/πολη έπεσε στα χέρια των Οθωμανών το 1453 και τόσο πριν όσο και μετά μια – μια οι επαρχίες έπεφταν στα χέρια των Τούρκων.
Παράλληλα εκείνο τον καιρό και η Δύση ήταν σε ανοδική πορεία. Είχε και αυτή με την σειρά της συμβάλλει στην πορεία παρακμής της χριστιανικής Ανατολής με τις Σταυροφορίες και τις πολεμικές συγκρούσεις για να κατακτήσει Εμπορικά Προνόμια για Βενετούς – Γενουάτες και Ιωαννίτες Ιππότες. Στον 16ο αιώνα που θα στρέψουμε εμείς την προσοχή μας, η δύναμη των Οθωμανών θα σβήσει στα περίχωρα της Βιέννης και κει θα σταματήσει κάθε όνειρο πια, του Οθωμανικού Καθεστώτος για επέκταση προς την Kεντρική Ευρώπη.

Ο Γερμανός Αυτοκράτορας Κάρολος ο Ε΄ θα ανακόψει τις τουρκικές επιθέσεις γύρω στο 1530 ενώ ταυτόχρονα θα μεταφέρει τον πόλεμο σε άλλα Μέτωπα (Πελοπόννησο – Ιόνιο Αδριατική – Αφρική). Η αναμέτρηση αυτή δεν θα δώσει σε κανέναν όμως την απόλυτη υπεροχή. Οι Αμβούργοι θα δοκιμάσιυν αρκετές αποτυχίες αλλά και οι Οθωμανοί θα υποστούν τις πρώτες ήττες τις στρατιωτικής του Ιστορίας. Αλλα σημαντικά γεγονότα του αιώνα της Ναυμαχίας Ναυπάκτου είναι η κατάληψη της Ρόδου στα 1522 και η αποχώρηση των Ιωαννιτών Ιπποτών την 1-1-1523. Η αποτυχία του Σουλειμάν να κυριαρχίσει στο Ιόνιο πέλαγος (ΚΕΡΚΥΡΑ-ΛΕΥΚΑΔΑ-ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ-ΖΑΚΥΝΘΟ-ΚΥΘΗΡΑ) 1537. Παραμονή τους στην σφαίρα των Ενετών.Κυριαρχία όμως των Οθωμανών στο κεντρικό Αιγαίο(ΝΑΞΟΣ-ΠΑΡΟΣ- ΜΥΚΟΝΟΣ-ΣΕΡΙΦΟΣ κτλ) 1537. Κατάληψη Μονεμβασιάς και Ναυπλίου στα 1540. Ανακοπή της Τουρκικής επιθετικότητας με την αποτυχία τους να καταλάβουν την Μάλτα στα 1565. Καταλαμβάνουν όμως την Χίο το 1566 και εν τέλει την μαρτυρική Κύπρο το 1571 χρονία της μεγάλης Ναυμαχίας. Η μεγάλη έξαρση της Tουρκικής επιθετικότητος και η τραγική κατάσταση στην Κύπρο αποτέλεσαν τον βασικό λόγο που ο πάπας Πίος V κατόρθωσε να γεφυρώσει τις Ισπανοβενετικές αντιθέσεις και να πείσει τις δύο δυνάμεις να υπογράψουν στις 20 Μαίου του 1571 τον <Ιερό Συνασπισμό> Sacra Liga. Πολεμικός βραχίονας του <Ιερού Συνασπισμού> αποφασίστηκε να είναι μεγάλη ναυτική αρμάδα που θα την συγκροτούσαν πλοία, αξιωματικοί και ναύτες απο όλες τις συνασπισμένες δυνάμεις.Την αρχηγία της υπό συγκρότηση μεγάλης ναυτικής αρμάδος παραχώρησαν στον Δον Χουάν της Αυστρίας νόθο τέκνο του Γερμανού Αυτοκράτορα και αδελφό του Ισπανού Βασιλέα Φιλίππου Β’. Στίς 16 Ιουνίου του 1571 αρχίζει ο Δον Χουάν από την Μαδρίτη την μακρά πορεία για να συναντήσει την Τουρκική Αρμάδα. Έφθασε στη Βαρκελώνη , στην συνέχεια με τις Ισπανικές γαλέρες ,συνεισφορά του Βασιλιά Αδελφού του στον Ιερό Συνασπισμό,στην Γένοβα.Μετά Ρώμη, Νάπολη όπου παρέλαβε ως Αρχιστράτηγος το λάβαρο του συνδέσμου. Η τελετή πραγματοποιήθηκε με σεμνότητα στις 14, στη μονή των Φραγκισκανών της Αγίας Κλάρας. Στις 25 Αυγούστου φτάνει στη Μεσσήνα, σημείο συναντήσεως όλων τών δυνάμεων των συνασπισμένων. Υπέροχη υπήρξε η υποδοχή που έγινε στον Δον Χουάν στη Μεσσήνα. Εκεί τον περίμεναν οι Μάρκο-Αντώνιο Κολόννα και Σεμπαστιάν Βενιέρο.Από τον καιρό της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, εκείνες οι θάλασσες, δεν είχαν γίνει θέατρο ενός τόσο σημαντικού θεάματος. Πάνω στα κύματα τους δεν είχε βαρύνει ποτέ τέτοιο πλήθος καραβιών, που να έχουν όλα ένα μοναδικό προορισμό, να τα κινεί όλα μια μόνη θέληση και μιά εντολή. Συνολικά, τα σκάφη ξεπερνούσαν τα τριακόσια, και ήταν περισσότεροι από ογδόντα χιλιάδες οι άνθρωποι που θα τα κατελάμβαναν με τη μιά ή την άλλη απασχόληση. Ήταν έξωπλισμένα, όλα αυτά τα σκάφη, με κάθε τι αναγκαίο που η ζωή, η άμυνα ή η τέχνη του πολέμου χρειάζονταν. Εν τω μεταξύ, η τουρκική αρμάδα είχε φθάσει στην Πρέβεζα. Ο Αλή γνωρίζοντας τη συγκέντρωση των συνασπισμένων, από τις γαλέρες που είχε στείλει για αναγνώριση και έχοντας λάβει εντολή από τον Σελήμ να κυνηγήσει και να χτυπήσει το χριστιανικό στόλο, αποφάσισε να περάσει στο περάσει στον Πατραικό κόλπο , που θεωρούσε το σημείο το πιο ενδεδειγμένο για οποιαδήποτε επιχείρηση κι’ ακόμα το πιο πρόχειρο για κάθε απαραίτητο ανεφοδιασμό
Πριν τους ακολουθήσουμε στο σκοπό του ταξιδιού τους, ας καθυστερήσουμε λίγο, για να σκεφθούμε το θαυμάσιο θέαμα που θα πρόσφερε τέτοιο πλήθος καραβιών με τεντωμένα τα πανιά τους, τέτοια πλημμύρα από κουπιά που κτυπούσαν τήν ήμερη επιφάνεια της θάλασσας. Ξεχώριζε, μέσα σε όλα, με τη μεγαλοπρέπεια και την χλιδή της διακόσμησης της η Βασιλική ναυαρχίδα, ναυπηγημένη πριν τρία χρόνια στη Βαρκελώνη, με την πρύμνη της σκεπασμένη με περίτεχνα ανάγλυφα, με φιγούρες και θαυμαστές αλληγορίες. Ημέρα που πραγματοποιούνταν αυτή η αναχώρηση από την Μεσσήνα ήταν η 16 Σεπτεμβρίου . Στίς 30 Σεπτεμβρίου άραξαν οι συμμαχικές μοίρες στην Ηγουμενίτσα. Εκεί σκέφθηκε o Δον Χουάν πώς ήταν κατάλληλο μέρος να επιθεωρήσει ένα μέρος της αρμάδας αυτός, κι οι άλλοι στρατηγοί τα υπόλοιπα. Οι γαλέρες βρέθηκαν σε εξαιρετική κατάσταση και πανέτοιμες για μάχη, με τα κανόνια και τα αρκεβούζια πολύ επιδέξια, στις συνθηματικές ομοβροντίες. Από την Ηγουμενίτσα σήκωσε πανιά η αρμάδα και εφτασε στην Κεφαλονιά και αγκυροβόλησε στο Φισκάρδο. Ενώ παρέμεναν εκεί, οι ανιχνευτές έφεραν ένα μπρίκι που προερχόταν από τον Χάνδακα, που τους πληροφόρησε την κατάληψη της Αμμοχώστου και το τραγικό τέλος των υπερασπιστών της. Αυτές οι ειδήσεις λύπησαν βαθειά όλους και ιδιαίτερα τους Ενετούς. Αλλά οι ανομίες του Μουσταφά ξύπνησαν στις καρδιές τους τον πόθο να εκδικηθούν τον ντροπιασμένο και σκληρό θάνατο τών συγγενών και συμπατριωτών τους. Φθάνοντας η νύχτα της 5 ΟΚΤ και την ώρα της τελευταίας βάρδιας εγκατέλειψε η αρμάδα το λιμάνι του Φισκάρδου και προχωρώντας κατάφερε να περάση το στενό που λεγόταν τότε Κοιλάδα της Αλεξάνδρειας και να φτάσει στη Σάμη. Δε στάθηκε δυνατόν να προχωρήσουν άλλο. Ο ενάντιος άνεμος και το σπρώξιμο των κυμάτων έκαναν μάταιη κάθε προσπάθεια.
Στις 7 Οκτωβρίου, δυο ώρες πριν ξημερώσει, o Δόν Χουάν , έδωσε το σύνθημα της εκκίνησης και ο ήλιος τους βρήκε κοντά στα νησιά μας τις Εχινάδες -Κουρτσολάροι. Εμπροσθοφυλακή πήγαινε o Δόν Χουάν ντέ Καρντόνα, επιθεωρώντας μήπως υπάρχουν καράβια του εχθρού, ενώ ο Χουάν Αντρέα περνούσε ήδη με τις γαλέρες τον κάβο της Οξιάς για να μπή στον Πατραικό κόλπο . Τότε o φύλακας που βρισκόταν ψηλά στο θωράκιο της Βασιλικής γαλέρας, φώναξε πώς διακρίνει ένα καράβι και λίγο αργότερα με δυνατότερες φωνές ανάγγειλε πως φαινόταν πια ολόκληρη η τουρκική αρμάδα. Επιβεβαιώθηκε η περιπόθητη είδηση. Χωρίς να περιμένει άλλο πιά o Δόν Χουάν έδωσε διαταγή να στρίψουν το δεξί ιστίο προς την πλώρη, να ανυψώσουν μια ταινία στην κορφή του, να κρεμάσουν το λάβαρο του Συνδέσμου και να ρίξουν μιά ομοβροντία που ήταν το σύνθημα της έναρξης της μάχης. Αντιλάλησε o κρότος σε όλες τις Εχινάδες και την Αιτωλ/κη ακτή και συγκλόνισε όλες τις καρδιές. Όλοι στράφηκαν πρός την Βασιλική γαλέρα και βλέποντας πια να ανεμίζη το Ιερό Σύμβολο, ξέσπασαν σε γενικό πανηγύρι και πολυθόρυβες κραυγές νίκης.
Πραγματικά, αυτό που φαινόταν στο βάθος, ήταν η εχθρική αρμάδα. Είχε βγεί κι αυτή την προηγούμενη νύχτα από τη Ναύπακτο. Οι Τούρκοι όσο καιρό είχαν παραμείνει εκεί, είχαν αυξήσει τις δυνάμεις τους σε περισσότερο από εικοσιτέσσερες χιλιάδες στρατιώτες και κωπηλάτες παρμένους από το Μωριά, με ανανεωμένο πυροβολικό και αφθονία προμηθειών και πυρομαχικών. Δεν ήταν λιγώτεροι από εκατόν είκοσι χιλιάδες άνδρες, διακόσιες σαράντα πέντε γαλέρες που πολλές είχαν εικοσιοκτό έως τριάντα μπάνκους, εβδομήντα γαλεότες, πολλές φούστες κι άλλα είδη σκαφών. Ο Καρακούς, κουρσάρος με μεγάλη φήμη, μεταμφιεσμένος σε ψαρά, είχε ξεμακρύνει με μιά βάρκα μέχρι την Ηγουμενίτσα. Με πολλήν έπαρση θέλησε να κάνη αναγνώριση. Εκεί, είτε γιατί δέ φαίνονταν όλες οι γαλέρες ή γιατί λάθεψε στο λογαριασμό, ή τελικά, όπως βεβαιώνουν άλλοι, για να μην φοβήσει τους δικούς του, παρουσίασε στον Πασά πολύ μικρότερο τον αριθμό των καραβιών μας.
Σέ συνέχεια, κάλεσε ο Δον Χουάν τον Δον Λουίς ντε Κόρντοβα και τον γραμματέα Σότο και μαζί τους πήδησε σε μια ταχύτατη φρεγάτα, φορώντας μόνον το περιτραχήλιο της πανοπλίας, κατά τον γερμανικό τρόπο και πήγε να επιβλέψη την διευ-θέτηση και την τελική τακτοποίηση της δεξιάς πτέρυγας, αφού προηγουμένως έδωσε εντολή στον κομενταδόρο Ρεκένσες να αναλάβη την αριστερή.
Απηύθυνε στον Βενιέρο μερικές ευγενικές φράσεις και πέρασε, μία προς μία, άπ’ όλες τις γαλέρες. Με φωνή δυνατή και όμορφη όψη, αναμμένη από χαρά και ενθουσιασμό: Κοιτώντας τους Ισπανούς έλεγε: «Παιδιά, ήρθαμε για να πεθάνουμε. Θα νικήσουμε, αν o ουρανός έτσι έχει ορίσει. Να πολεμήσετε στο όνομά Του Θεού, γιατί είτε νεκροί είτε νικητές, ανήκετε στην αθανασία». Με αυτά τα λόγια που φλέγονταν από αγάπη και πνοή, ακόμη κι οι πιο δειλοί, έννοιωσαν κι όλας ήρωες κι όλοι ανυπομονούσαν ναρθή η στιγμή της αναμέτρησης με τους αντιπάλους. Ηταν εκπληκτική η ταχύτητα και o ενθουσιασμός που όλοι έδειχναν στη δουλειά τους, άλλοι καθαρίζοντας τον τόπο στα καταστρώματα κι άλλοι ετοιμάζοντας τον οπλισμό των καραβιών. Αλλού διώρθωναν τίς πρύμνες κι άλλου λευτέρωναν τους χριστιανούς κατάδικους, ώστε αρπάζοντας τα όπλα, να γίνουν άξιοι της λευτεριάς τους. Κι ενώ οι στρατιώτες ετοίμαζαν τα αρκεβούζια, τα μουσκέτα, τα δόρατα, τίς λόγχες, τα πελέκια, τα ρόπαλα και τα σπαθιά, oι πυροβολητές τοποθετούσαν και γέμιζαν τα κανόνια τους. Οι μουσικοί δοκίμαζαν τα όργανά τους, τύμπανα, αυλούς, σάλπιγγες και κλαρίνα. Οι αρμόδιοι στίς προμήθειες και τα πυρομαχικά τοποθετούσαν σε μιά μεριά την πυρίτιδα, τίς μπάλες και τα πυροτεχνήματα, και πιο πέρα ψωμί, νερό, κρασί, τυρί κι ό,τι άλλο θα χρειζόταν για να αναζωογόνηση και να δροσίση τους μαχητές. Οι αξιωματικοί έβαζαν τις πανοπλίες τους, οι ιερείς που ακολουθούσαν σαν πνευματικοί συμπαραστάτες τριγυρ-νούσαν και προέτρεπαν τους αγωνιστές, οι κωπηλάτες απασχολημένοι με τις μανούβρες και οι κυβερνήτες, οι τιμονιέρηδες και οι πιλότοι πρόσεχαν να προχωρούν οι γαλέρες με τάξη διατηρώντας τη γραμμή και τις αποστάσεις που έπρεπε.
Με την ίδια αδημονία προχωρούσε κι o Αλής, αν και χωρίς μεγάλη προετοιμασία κι αδιαφορώντας για λεπτομέρειες, αφού πίστευε πώς πάει ενάντια σε μιά αρμάδα που θα την διέλυε με την πρώτη κρούση. Γιατί μεγάλο μέρος της χριστιαν. αρμάδας το έκρυβε η Οξιά , κι o Τούρκος έβλεπε μόνον το κέντρο και τη δεξιά πτέρυγα. Όταν όμως βγήκε στ’ ανοιχτά, ειδοποιημένος κι από τους θωρακίτες που βρίσκονταν ψηλά στο κατάρτι, ανακάλυψε σ’ όλο το μεγαλείο του ολόκληρο το μέτωπο μας με την ωραία του διάταξη ν’ απλώνεται, κι απόμεινε γεμάτος κατάπληξη και σύγχυση, έξωργισμένος με την απάτη του Καρακούς. Παρ’ όλα αυτά, καταλάβαινε πώς ήταν πιά αδύνατον να υπαναχώρηση, και πώς τώρα πιά ήταν αναγκασμένος να παίξει τούτο το αβέβαιο παιχνίδι που θα έκρινε και την τύχη του. Και o ουρανός, φαίνεται πώς, από κείνη κιόλας τη στιγμή, άρχισε να δείχνεται ευνοϊκός, γιατί σταμάτησε μονομιάς τον κυμματισμό κι η θάλασσα απόμεινε απόλυτα ήρεμη. Και o άνεμος, που μέχρι τότε στάθηκε για την αρμάδα μας ενάντιος, γύρισε ξαφνικά ενάντια στις πλώρες του εχθρού. Αυτό βοήθησε πάρα πολύ τους χριστιανούς και τους επέτρεψε να μπουν σε τάξη σύντομα και να νοιώσουν ακόμα περισσότερο αισιόδοξοι, ενώ οι Τούρκοι είχαν να μαϊνάρουν τα πανιά, πράγμα που τους ανάγκασε να άποσυνταχθούν και να χάσουν πολύτιμο χρόνο. Ευτυχής πιά από αυτή τη μεταστροφή της τύχης o Δον Χουάν έστειλε φρεγάτες ανιχνευτικές στον Μπαρμπαρίγο και τον Χουάν Αντρέα με την εντολή να βγάλουν τις γαλεάτσες από κεί όπου τις είχαν τοποθετήσει. Ο ίδιος πήγε σε αναζήτηση των δυό που θα έπρεπε να μπουν μπροστά . Πλησίαζαν πια η μια την άλλη, οι δύο αρμάδες, του Τούρκου κάπως πιο αργά και με τη βοήθεια των κουπιών, όταν ακούστηκε από την πλευρά του o πρώτος κανονιοβολισμός. Ο Δον Χουάν κατάλαβε πώς αυτό ήταν το σύνθημα που του έστελνε o Αλής και διέταξε να απάντηση η ίδια η Βασιλική ναυαρχίδα με έναν άλλο κανονιοβολισμό, σε ένδειξη ότι δέχονται την πρόσκληση σε μάχη. Τελείως πιά οπλισμένος o Δόν Χουάν με την πανοπλία του και όλα του τα όπλα, στάθηκε περιχαρής στην πλώρη της γαλέρας του και διέταξε τους τυμπανιστές και τα κλαρίνα να δώσουν το σήμα της έναρξης της μάχης. Οι μοίρες, προχωρούσαν σε τελική διάταξη μάχης : μπροστά, με καθήκοντα εμπροσθοφυλακής πήγαιναν οι έξη γαλεάτσες των Ενετών. Πίσω, σε μιά γραμμή, οι δυο πτέρυγες,στο κέντρο η μοίρα κρούσεως, καλύπτοντας μιά έκταση μεγαλύτερη από τρία μίλια. Για οπισθοφυλακή υπήρχε η μοίρα εφεδρίας υπό τον μαρκήσιο της Σάντα Κρούς. Σχηματισμένη πια η αριστερή πτέρυγα βρισκόταν προς το μέρος της στεριάς, έχοντας μπροστά τις δύο γαλεάτσες. Οι γαλέρες αυτής της μοίρας ανέρχονταν στις εξήντα τρεις και βρίσκονταν κάτω από τις διαταγές του Αυγουστή Μπαρμπαρίγο, που η ναυαρχίδα του ήταν η πρώτη από την πλευρά της στεριάς. Στην μοίρα κρούσεως που την αποτελούσαν επίσης εξήντα τρεις γαλέρες. Στο κέντρο διακρίνονταν πρώτα η ναυαρχία της Βενετίας με τον στρατηγό Βενιέρο στη μέση η Βασιλική του Δόν Χουάν της Αυστρίας και στην πρύμνη της η Πατρόνα η ναυαρχίδα του μεγάλου Κομενταδόρου. Στα δεξιά της Βασιλικής, βρισκόταν η ναυαρχίδα του Ποντίφηκα με τον Μάρκο Αντώνιο Κολόννα. Στη δεξιά πτέρυγα, κάτω από τις διαταγές του Χουάν Αντρέα Ντόρια, ανήκαν εξήντα τέσσερεις γαλέρες. Η μοίρα εφεδρείας αριθμούσε τριανταπέντε γαλέρες. Η αρμάδα του Αλή πιό πολυάριθμη από αυτήν του Συνδέσμου, κατελάμβανε μεγαλύτερη έκταση . Γνωρίζοντας o Πασάς τον κίνδυνο στον όποίο εξετίθετο, χώρισε κι αυτός τις γαλέρες του σε τρία σώματα, κατά την διάρκεια της πλεύσεως. Ανέθεσε την αρχηγία του δεξιού στον Μεχμέτ Σιρόκο, αντιβασιλέα της Αλεξάνδρειας. Το αποτελούσαν πενήντα πέντε γαλέρες. Ο ίδιος μαζί με τον Περτέφ – πασά κι άλλους γενναίους κι εμπειροπόλεμους στρατιωτικούς κράτησε τη μοίρα κρούσεως από εννενήντα έξη γαλέρες και γαλεότες και στο αριστερό σώμα απο εννενήντα τρείς γαλέρες έβαλε τον Ουλουτζαλή με τον μεγαλύτερο αριθμό μπαρμπερίνων κουρσάρων.
Η ώρα ήταν δώδεκα: o ήλιος έλαμπε κοφτερός στη μέση του γαλανού ουρανού . Η απόσταση, ανάμεσα στις δυο αρμάδες, ήταν τόση, όση διανύει μιά μπάλλα κανονιού. Η τούρκικη ρίχτηκε ενάντια στη χριστιανική με άγρια κωπηλασία. Έρχονταν η Βασιλική ναυαρχίδα του Αλή κι ακόμη μερικές από το κέντρο κι από τα άκρα, κανονιοβολώντας άγρια τις γαλέρες μας, όταν, φθάνοντας σε απόσταση βολής από τις ενετικές γαλεάτσες, δέχτηκαν κι από τις τέσσερεις συγχρόνως πυρά τόσο σφοδρά και τόσο βίαια, που λές και είχαν χτυπήσει την πλώρη τους σε κάποιο τοίχο, πισωγύρισαν όλες την ίδια στιγμή. Ρώτησε o Αλής τους γαλεριάνους τί είδους καράβια ήταν αυτά. Ακούγοντας τ’ όνομά τους και γνωρίζοντας πώς αξίζουν όσο ισάριθμα κάστρα, έδωσε εντολή να ενισχυθούν oι κωπηλάτες και να ξανακινήσουν όπως και πρίν. Αλλά δεν κατάφεραν να πλησιάσουν, χωρίς να δοκιμάσουν νέο καταιγισμό πυρών και μεγαλύτερες καταστροφές από την πρώτη φορά, αφού βυθίστηκαν δυό γαλέρες τους και κακόπαθαν άλλες και δημιουργήθηκε ανάμεσα σ’ όλες σύγχυση τόσο μεγάλη, που δεν μπόρεσαν να ανακτήσουν την τάξη τους. Εξ αιτίας αυτού του απροσδόκητου γεγονότος διέταξε να προταχθεί το δεξί κέρας.
Κι έτσι oι πρώτοι που συνεπλάκησαν μπροστά στην Σκρόφα ήταν από την πλευρά τους o Σιρόκο καί από την χριστιανική αρμάδα o προβλεπτής Μπαρμπαρίγο. Ο Ουλουτζαλής, διοικητής της αριστερής πτέρυγας, για να μήν έχη τον ήλιο ανάποδα, κι ακόμα με την πρόθεση να υπερφαλαγγίση τη δική μας αριστερά και να της επιτεθεί από πίσω, ανοίχτηκε πολύ στη θάλασσα και αναγκάστηκε να τον μιμηθή και o Χουάν Αντρέα πού, σάν άνθρωπος οξυδερκής, αντιλήφθηκε αμέσως τις διαθέσεις του. Ο Σιρόκο από την αντίθετη πλευρά είχε συλλάβει και πραγματοποιούσε το ίδιο σχέδιο. Βλέποντας πώς ανάμεσα στην αντίπαλη αριστερά και την ακτή υπήρχε αρκετό διάστημα, ώστε να περάση με τη μοίρα του και να χτυπήση το Σύνδεσμο πισώπλατα, κατευθύθηκε με θράσος προς τα εκεί. Αυτή του η προσπάθεια δεν διέφυγε από την προσοχή του Μπαρμπαρίγο και προσπάθησε να τον εμποδίση. Αλλά επειδή δεν γνώριζε το βάθος εκείνων των θαλασσών και φοβήθηκε μήπως προσάραξει στίς αμμουδιές, που σχημάτιζε o Αχελώος εκβάλοντας σε εκείνο το μέρος, δεν κινήθηκε αρκετά γρήγορα προς την ακτή και o Σιρόκο κατάφερε να περάση μερικές γαλέρες κι ακόμα τόλμησε να έλπίζη σ’ έναν θρίαμβο που η αδεξιότητα ή ατυχία των αντιπάλων του του υποσχόταν. Ο Δον Χουάν πάλι, βλέποντας να τον πλησιάζη η πολυάριθμη μοίρα που είχε κατά μέτωπο, προχώρησε με τη Βασιλική ναυαρχίδα του να την ύποδεχτή, και αναγνωρίζοντας τη ναυαρχίδα του Αλή από τα τρία φανάρια και το ωραίο λάβαρο που ανέμιζε, διέταξε να πλεύσουν ενάντια της με βίαιη αποφασιστικότητα. Ο Πασάς, όχι λιγώτερο εύφυχος, βγήκε να τον προϋπαντήση. Και φτερούγισαν o ένας ενάντια στον άλλον, και με τόση ορμή και μανία συγκρούστηκαν, που το έμβολο της Βασιλικής του Αλή χώθηκε ως τον τέταρτο μπάνκο της χριστιανικής, επειδή είχε και την πλώρη πιο ανυψωμένη. Τρομερό υπήρξε το χτύπημα και για τα δύο σκάφη. Αλλά ακόμα πιο φοβερή ήταν η καταστροφή που επέφεραν το πυροβολικό και τα αρκεβούζια μας στον εχθρό. Με τη δεύτερη κιόλας βολή είχε εξαφανιστή από την πρύμνη και τη γέφυρα το πλήθος που τη γέμιζε. Αμέσως μετά ανάστατες, κολλημένες μεταξύ τους οι δυό γαλέρες, μέσα στον εκκωφαντικό θόρυβο των αρκεβούζιων και των κανονιών, τα χτυπήματα τών σπαθιών και των ασπίδων, τα τριξίματα των ξύλων και τις κραυγές των πολεμιστών, φαινόταν σά να γκρεμιζόταν o ουρανός, λές και o κόσμος είχε φτάσει στην τελευταία του ώρα του αφανισμού. Χόχλαζε η θάλασσα από κάτω τους και τα φουσκωμένα κύμματα έσκαζαν στις κοντινές ακτές.Τα καράβια κομματιάζονταν, τα όπλα θρυματίζονταν. Μοναχά το μίσος ανάμεσα στους ανθρώπους σωζόταν ακαίριο, ξεπερνώντας σε σφοδρότητα ακόμα και τη φύση. Ο Σιρόκο βρισκόταν ηδη στη θέση που έπιθυμούσε και έσπευσε με έξη γαλέρες καταπάνω στη ναυαρχίδα του Μπαρμπαρϊγο, ενώ o Μεχμέτ μπέης βοηθούσε με αντιπερισπασμό, χτυπώντας από μπροστά τους υπολοίπους. Εδώ προβάλλονταν κυρίως οι Ενετοί που ξεχώριζαν για το πολεμικό τους μένος. Αλλά επειδή τα αμυντικά όπλα τους ενοχλούσαν και δεν τους άφηναν αρκετή ευχέρεια στη φθορά τών αντιπάλων, πολεμούσαν με το πρόσωπο ακάλυπτο, δίχως να λογαριάζουν τη βροχή από βέλη που από δλες τίς πλευρές τους κατέκλυζε. Αυτή η αμέλεια σύντομα κόστισε τη ζωή του γενναίου Μπαρμπαρίγο, που από την πρύμνη του καραβιού του έδινε διαταγές, αντιστεκόταν και πολεμούσε δίνοντας το παράδειγμα σ’ όλους τους άλλους. Δεν καλύφθηκε από την ασπίδα του κι αυτή η έλλειψη προφύλαξης είχε σάν συνέπεια να τον βρή στο αριστερό μάτι ένα βέλος. Τον μετέφεραν στο δωμάτιό του που πέθανε τρεις ημέρες αργότερα ευτυχής, αφού γνώριζε πως οι δικοί του τον εκδικήθηκαν κι η πατρίδα του απόμεινε νικητής. Μάχονταν λοιπόν, η αριστερή μας
πτέρυγα απελπισμένα, η κεντρική μας με ηρωισμό και η δεξιά μας με περισσότερη προφύλαξη και επιδεξιότητα.
Έτσι είχαν τα πράγματα, απ’ όταν o Χουάν Αντρέα κατάλαβε τίς προθέσεις του αντιπάλου του κι έμεινε γι΄ αρκετό χρόνο αναποφάσιστος για τη στάση που θα υιοθετούσε. Δίβουλοι καθυστερούσαν και οι δυό αντίπαλοι, ενώ o αλγερινός προσπαθούσε να παρασύρη τον Ντόρια μακριά άπ’ τη μάχη. Κι αυτό που στάθηκε αδύνατον να το πραγματοποίηση από την αριστερή πλευρά το κατάφερε τελικά από την αντίθετη. Γιατί καθώς έσπευσε έκ νέου o Ντόρια άφησε ανοιχτό ένα αρκετά μεγάλο διάστημα στην κεφαλή εκείνης της μοίρας. Πισωκωπηλατώντας για λίγο o Ουλουτζαλής, χύθηκε αναπάντεχα και με μεγάλη ταχύτητα πέρασε ανάμεσα τους, οπότε, μετά από λίγο, στρίβοντας έπεσε επάνω στη ναυαρχίδα της Μάλτας για τη θρησκεία της οποίας o άγριος κουρσάρος υπήρξε πάντοτε μια μάστιγα. Ο αρχηγός της o Τζουστινιάνο μαχόταν μέχρι εκείνη την ώρα γενναία, περικυκλωμένος από τέσσερεις τουρκικές γαλέρες. Αλλά δεν αρκούσαν οι προσπάθειες του και των συντρόφων του για να ανταπεξέλθη ενάντια σε επτά, που τώρα τον πίεζαν. Οι εχθροί τους πέρασαν απ΄ το μαχαίρι με αδυσώπητη μανία κι’ απ’ όλους τους υπερασπιστές της ναυαρχίδας απόμειναν ζωντανοί μόνο o αρχηγός της με πέντε τραύματα κι ακόμα δυο ιππότες, ένας Ισπανός κι ένας Σικελός, που καθώς κείτονταν γεμάτοι πληγές θεωρήθηκαν νεκροί. Τώρα πιά ήταν αδύνατο να κρατηθή κι η παραμικρή τάξη. Οι γαλέρες καταδίωκαν οι μέν τις δέ. Αυτές που νικούσαν φτερούγιζαν να βοηθήσουν όσες κινδύνευαν. Είχαν ανακατωθή οι πτέρυγες μέσα στη μάχη, η δεξιά με την αριστερή, τα μπαρμπερίνικα γαλιόνια με τα καράβια απ’ το Χάνδακα και τα ιστιοφόρα της Νεάπολης με τις φούστες της Κωνσταντινούπολης. Ποτέ η Μεσόγειος δεν είδε στά στήθη της, κι ούτε θα ξαναπροσφέρη στον κόσμο σύγκρουση πιο λυσσασμένη, ούτε θανατικό πιο φρικτό, ούτε καρδιές ανθρώπων πιο ψυχωμένες και σκληρυμένες.
Το πείσμα και η αιματοχυσία ήταν πολύ μεγαλύτερα στη μάχη ανάμεσα στις δυό Βασιλικές ναυαρχίδες, όπου η παρουσία των αρχιστρατήγων και o αριθμός, η ανδρεία και η φήμη των αντιπάλων έκανε την επιχείρηση πολύ πιο σημαντική. Εκεί συγκρούονταν οι πιο σπουδαίοι πρίγκηπες και oι πιο φημισμένοι ιππότες της Χριστιανοσύνης με τους πιο διακεκριμένους στρατηγούς του Σελήμ και οι στρατιώτες από τα ισπανικά τάγματα με τους γενίτσαρους, όλοι διαλεχτοί ρωμαλέοι και φιλοπόλεμοι. Πεισματική μάχη εξακολουθούσε μέσα στην κεντρική μοίρα. Ο Βενιέρο μαχόταν με πάθος νεανικό. Ο Κολόνα αντιστεκόταν με ανδρεία, άξια των προγόνων του. Αντιστέκονταν ακόμα γι’ αρκετή ώρα οι εχθροί. Καταδίωκαν τη Βασιλική Γαλέρα και την κρατούσαν σε διαρκή κίνδυνο όταν o ηρωικός μαρκήσιος της Σάντα Κρούς, που δεν την άφηνε από τα μάτια του, χυμώντας ενάντια σε μια γαλέρα των γενιτσάρων, που την πλησίαζε από την πρύμνη, τη διέλυσε με το πυροβολικό του. Κυριεύοντας μιαν άλλη πέρασε τους άνδρες της από μαχαίρι, και δέχτηκε κι o ίδιος δυο μπάλλες, μια στη σιδερένια ασπίδα του και στην περικεφαλαία την άλλη, ευτυχώς χωρίς να πληγωθή. Γρήγορος σά βέλος ερχόταν επίσης και o Δόν Χουάν ντέ Καρντόνα, από την άλλη πλευρά, κυνηγώντας τον Περτέφ Πασά.Μετά από μακριά αντίσταση μπήκαν στην τουρκική γαλέρα με έφοδο. Ο Πασάς εξαφανίστηκε και για χαρά πολλών πιστεύεται πως πνίγηκε, ενώ άλλοι λένε πώς δραπέτευσε και τούτο είναι το πιο πιθανό. Η ατυχία του προβλεπτή Μπαρμπαρίγο στην αριστερή πτέρυγα αναχαίτησε προς στιγμή την αντίσταση, γιατί είχε λυγίσει το φρόνημα όλων, αυτό το τόσο θλιβερό γεγονός. Πήρε όμως τη διοίκηση της ναυαρχίδας o Φρειδερίκος Νάνι, μετά από πρόταση του ίδιου του Μπαρμπαρίγο, που εμπιστευόταν πολύ την ανδρεία και την οξυδέρκεια του. Κατάφερε δυναμικά να ξαναεμψυχώση τους δικούς του σε τέτοιο βαθμό, που όχι μόνο δημιούργησαν μέτωπο στους εχθρούς, άλλα πέτυχαν να τους πάρουν μια από τις καλλίτερες γαλέρες τους και να αιχμαλωτίσουν και τον κουρσάρο Καουραλί που την κυβερνούσε. Κάθε γαλέρα ήταν πεδίο μιας τρομακτικής μάχης και δεν υπήρχε σ’ αυτές ούτε ένας που δίχως απόλυτη περιφρόνηση στο θάνατο να μην αναζητά τους μεγαλύτερους κινδύνους. Στην «Μαρκησία», που ήταν μια από τις γαλέρες του Χουάν
Αντρέα, κειτόταν άρρωστος σ’ ένα δωμάτιο, με θέρμη ένας νεαρός.Ήταν ο Μιγκέλ Ντε Θερβάντες ο μεγάλος Ισπανός λογοτέχνης γύρω στά εικοσιτέσσερα του χρόνια.Εδώ έδωσε την μάχη ,αν και ασθενής. Για ολόκληρη την υπόλοιπη ζωή του απόμεινε μιά τιμημένη ανάμνηση, η αναπηρία του αριστερού χεριού του από πολεμικό τραύμα. Στο σημείο αυτό της ναυμαχίας ο προβλεπτής Κανάλε βυθίζει το σκάφος του Σιρόκο. Αυτός έπεσε στη θάλασσα και τον μάζεψε o Χουάν Κοντάρινι στη γαλέρα του, περήφανος για τον αιχμάλωτο που απέκτησε.
Βλέποντας όμως πώς ήταν ετοιμοθάνατος και τίποτα δεν μπορούσε να τον κράτηση στη ζωή, τον αποκεφαλίζει. Σε κατάλληλο χρόνο έφθασε και o προβλεπτής Κουιρίνι, που μόλις είχε υποτάξει μια μοίρα των αντιπάλων, και με τη βοήθεια του αποδεκάτισαν οριστικά και τούτη την πλευρά, αναγκάζοντας τους να τραπούν σε φυγή για να σωθούν. Και καθώς η στεριά ήταν κοντά και στην κυριαρχία τους, βλέποντας πώς ήταν χαμένοι, θέλησαν ν’ αναζητήσουν εκεί καταφύγιο. Έτσι εγκαταλείποντας τις γαλέρες τους στους νικητές, με σύγχυση κι οχλαγωγία ρίχτηκαν στο νερό, όπου άλλοι πνίγονταν κι άλλοι πρόσφεραν το λαιμό τους στά σπαθιά των δικών μας, και πολύ λίγοι φθάνοντας στην ακτή, κατάφεραν να γυρίσουν στά σπίτια τους, απ’ όπου είχαν φύγει, γεμάτοι τόσες ελπίδες για δόξα και πλούτο. Δυο ώρες είχαν περάσει άπ’ όταν άρχισε η τρομακτική εκείνη σύγκρουση ανάμεσα στον Δον Χουάν και τον Τούρκο, κι ούτε ένα λεπτό ανάπαυσης, ούτε η παραμικρή ελπίδα για θρίαμβο είχε αναφανεί.
Τόσοι ήταν οι νεκροί από τη μιά κι από την άλλη πλευρά, που οι γαλέρες φαίνονταν σα να στηρίζονται πάνω σε πτώματα. Με τόσες ζημιές που είχαν ύποστή και οι δυό, δίχως ξάρτια, δίχως πανιά, ούτε κουπιά, ούτε άμυνα πιά σωστή, δεν διακρινόταν κατάρτι που να μήν είναι κόσκινο από τις μπάλλες και τις σαϊτιές. Κι’ άλλοι στρατιώτες κείτονταν βαριά τραυματισμένοι, άλλοι αιχμάλωτοι η’ ξαρμάτωτοι κι όλοι πεθαμένοι από τη δίψα, την κούραση και τη ζέστη. Και δεν υποχωρούσε ούτε λεπτό η αντίσταση του Αλή και τών δικών του, κι ούτε χαλάρωνε μιά στάλα η σταθερότητα του Δον Χουάν και των συμπολεμιστών του. Δυό φορές έφθασαν οι στρατιώτες μας ως το μεγάλο κατάρτι της Βασιλικής του Τούρκου κι άλλες τόσες αποκρούστηκαν ύστερα από πλημμύρα αιματοχυσίας. Την τρίτη φορά, επιτέλους, με ορμή υπεράνθρωπη, με πραγματικά στήθη σπανιόλικα, έφθασαν ως την πρύμνη. Σάν θύελλα που τίποτα δεν μπορεί να της αντισταθή, όλα τα κομμάτιασαν κι όλα τα κατέστρεψαν. Εσπασε κι η τελευταία αντίσταση των γενιτσάρων, και o ίδιος o Αλή, πληγωμένος στο μέτωπο από αρκεβούζιο, έπεσε μπρούμητα στην κουρτσία, νεκρός. Τήν ίδια στιγμή αντήχησε η κραυγή «Νικήσαμε» και το κεφάλι του μεγάλου Πασά υπήρξε η απόδειξη εκείνου του θριάμβου.Εκεί τελείωσε στά χέρια του καπετάνιου Χουάν Μπαουτίστα Κορτές και o Καρακούς, όταν κυριεύτηκε η γαλέρα του, που ήταν μία από τις πιο όμορφες και πιο ωραία στολισμένες και την υπερασπίζονταν εκατόν πενήντα διαλεχτοί Τούρκοι. Σε άλλη γαλέρα, που εθεωρείτο χαμένη σε κείνα τα νερά, ρίχτηκε ορμητικά η ναυαρχίδα του Μεγάλου Κομενταδόρου κι ύστερα από χίλιους μόχθους και θανάτους, πολεμώντας ακούραστα τους Τούρκους, που την διαφέντευαν σθεναρά, την κατέλαβαν οι Ισπανοί . Ήταν αυτή η γαλέρα των γιων του ‘Αλη, Μωχάμετ μπέη και Σαΐν μπέη, που έφθασαν μέχρις εκεί αναζητώντας το δύσμοιρο πατέρα τους. Ο ένας ήταν δεκαεπτά χρονών και o άλλος δεκατριών. Τους είχε πάρει μαζί του o Αλή για να τους διδάξει την ναυτική πειθαρχία και τους κινδύνους του πολέμου. Κι ήταν θέαμα τραγικό να βλέπεις τα δάκρυα που έχυναν, καθώς βρέθηκαν μονομιάς ορφανοί και αιχμαλωτισμένοι.
Μετά απ’ αυτό, oι φοβερές μοίρες που συγκροτούσαν το κέντρο της τουρκικής αρμάδας, εκμηδενίστηκαν. Όμως, στην πτέρυγα του Ντόρια, η μάχη γινόταν συνεχώς και πιο άγρια, με νεκρούς αμέτρητους και μόχθους ανείπωτους, χωρίς καμιά επιτυχία για τη μιά η την άλλη πλευρά. Οπότε o μαρκήσιος της Σάντα Κρούς, αφήνοντας σε ασφάλεια πιά τη Βασιλική ναυαρχίδα πετάχτηκε σε κείνη την πλευρά για να συντρέξει την ναυαρχίδα της Μάλτας, που αιχμαλωτίστηκε από τον Ουλουτζαλή. Την έσερνε δεμένη στην πρύμνη του o Τούρκος, και επεδείκνυε με ικανοποίηση το λάβαρο το θρη-σκευτικό. Αλλά βλέποντας πώς o Μαρκήσιος κατευθυνόταν προς αυτόν, έκοψε τα σχοινιά που την συγκρατούσαν και δίχως να στρέψη το πρόσωπο τράπηκε σε φυγή. Βρήκαν, στην ξανακερδισμένη γαλέρα, περισσότερους από τριακόσιους Τούρκους νεκρούς Ο Δόν Χουάν ελεύθερος πιά από κάθε άλλη φροντίδα, έσπευσε και αυτός για βοήθεια εκείνης της πτέρυγας. Όταν o εχθρός είδε τέτοια πανίσχυρη βοήθεια που μόνη η θέα της απέτρεπε κάθε επιθετική πρόθεση, άρχισε να σκορπίζεται για να έτοιμάση καλλίτερα την υποχώρηση του. Ο Χουάν Αντρέα Nτόρια, που δεν κατάφερνε να χτυπηθεί με τον Ούλουτζαλλή όσο κι αν το επεδίωξε, καταλαβαίνοντας πώς έχανε άδικα χρόνο, έστριψε προς τα εκεί που περισσότερο χρειαζόταν η βοήθεια του και κυρίευσε μερικές γαλέρες που βρέθηκαν μπροστά του. Ή «Ίμπεριάλ» της Σικελίας, που την υπερασπίζονταν οι άνδρες του Χουάν ντε Ανγκουλο, του πρόσφερε μεγάλη βοήθεια. Γιατί βύθισε μιά εχθρική που προσπαθούσε να τον πλεύριση και νά επιβίβαση τους άνδρες της στη δική του γαλέρα. Ο ίδιος o Χουάν Αντρέα, καθώς στεκόταν σ’ έναν αναβαθμό και εμψύχωνε τους άνδρες του, δέχτηκε ξυστά μιά μπάλα που του σκότωσε τον πρώτο κωπηλάτη, το αίμα του οποίου τον έβαψε ολόκληρο κόκκινο. Όταν έφθασε ο Δον Χουάν, οι εχθροί επέσπευσαν τη φυγή τους. Ήταν πια τέσσερεις η ώρα, απόγευμα, κι o άνεμος προμήνυε θύελλα. Αλλά δεν δείχνονταν πιο αδυσώπητοι στούς εχθρούς άπ’ ό,τι στους ίδιους τους τους εαυτούς. Ο Φρειδερίκος Βενούστα, διοικητής των πυροβολητών του Βασιλιά που υπηρετούσε στην «Ντονσέγια» του Χουάν Αντρέα, καθώς ετοιμαζόταν να πετάξη μιά βομβίδα στους εχθρούς, του έσκασε στο αριστερό χέρι. Αυτό κρεμάστηκε κι εκείνος προσπάθησε να το κόψη εντελώς με ένα μαχαίρι που κρατούσαν οι πυροβολητές. Και μόνο που τον είδε ένας κωπηλάτης, λιποθύμησε. Τότε, σφηνώνοντας το στην κουρτσία το ξεκόλλησε χωρίς τη βοήθεια κανενός. Μετά πήγε στο μαγειρείο και ζήτησε να του ανοίξουν μιά κότα, όπου έβαλε μέσα της το ακρωτηριασμένο κομμάτι – χέρι που του είχε απομείνει κι αιμορραγούσε και άφησε να του το δέσουν. Του είπαν να πάη να αναπαυθή. Εκείνος απάντησε πώς δεν είναι μέρα που θα μπορούσε να σταματήση ένας άνδρας να πολεμά, ακόμα κι αν δεν είχε κανένα χέρι. Πολύ λιγώτερο, αυτός που είχε γερό το δεξί και λογάριαζε να εκδικηθή για την απώλεια του αριστερού. Και με μεγάλο θάρρος ξαναρίχτηκε στη μάχη.

Δεν Θα αναφέρω άλλα περιστατικά ατομικού ηρωισμού αξιομνημόνευτα-αν και έχουν περιγραφεί πάμπολα- λόγω οικονομίας χρόνου. Αφού η ναυμαχία τελείωσε με ολοκληρωτικό θρίαμβο, ο Δον Χουάν βλέποντας πως πλησίαζε η νύχτα μέ προμηνύματα θύελλας, διέταξε να σταματήση κάθε καταδίωξη και να συγκεντρωθούν οι γαλέρες για ασφάλεια στο λιμάνι του Πεταλά. Το θέαμα που πρόσφερε η θάλασσα, κατακόκκινη σε έκταση αρκετών μιλίων υπό το αίμα που χειμαρώδικα είχε τρέξει, κι από πάνω σκεπασμένη όλη από ανθρώπινα μέλη και φρικτά πτώματα, ρούχα, κομμάτια καραβιών, σανίδες, κουπιά, άρματα, κατάρτια και ξάρτια, ήταν θλιβερό και οδυνηρό. Πόσες ελπίδες καί φιλοδοξίες δεν είχαν εκεί ναυαγήσει, και τί πλούτη είχαν χαθεί σ’ εκείνα τὰ κύματα! Η θύελλα που μουγκρίζοντας τα φούσκωνε και τα μάνιαζε, μεγάλωνε τή φρίκη εκείνου του απαίσιου πίνακα. Και μόνο οι φλόγες από τις τουρκικές γαλέρες, που έκριναν άχρηστες, σκόρπιζαν τις ανταύγειες τους σ’ όλο τον Κόλπο, κι έκαναν εκπληκτικό το θέαμα, καθώς φαίνονταν σάν γιορταστική φωταγώγηση της νίκης!
Όταν έφθασαν στο λιμάνι, ο Δόν Χουάν δέχτηκε τά συγχαρητήρια όλων των στρατηγών και των ευγενών της αρμάδας. Τους ευχαρίστησε όλους, για τη βοήθεια που του είχαν δώσει. Ζήτησε να δεί τους γιους του Πασά . Έπεσαν στά πόδια του κλαίγοντας τα δύστυχα παιδιά. Αυτός όμως τ’ αγκάλιασε συμπονώντας τα για την κακοτυχία τους και τήν απώλεια του πατέρα τους. Και τους προσέφερε το δωμάτιο του γραμματέα του Χουάν ντέ Σότο. Οι στρατιώτες από την πλευρά τους, μέσα στην ευτυχία που ένοιωθαν να βρίσκωνται σώοι και νικητές, έψαχνανν φίλους και συντρόφους τους, και πηδώντας από γαλέρα σε γαλέρα ρωτούσαν o ένας για τον άλλον. Κι’ άξιζε να βλέπη κανείς την έκφραση της χαράς και της αγάπης και πώς αγκαλιάζονταν, όταν συναντιώνταν και τη θλίψη που τους κυρίευε, όταν μάθαιναν πώς έχασαν για πάντα εκείνους που αναζητούσαν: εκδηλώσεις τόσο πιο έντονα τρυφερές, αν σκεφθή κανείς πώς γεννιώνταν σε ανθρώπους που ποτέ δεν προσποιούνταν. Πέρασαν τη νύχτα αναπαυόμενοι, ενώ μαίνονταν μιά θύελλα με κεραυνούς, βροχή και ανέμους. Το πρωί έγινε επιθεώρηση της αρμάδας, και αναφορά για τους αιχμαλώτους, για να εξακριβώσουν και επιβεβαιώσουν τις απώλειες που είχε η μιά και η άλλη πλευρά. Από τη χριστιανική αρμάδα έλειπαν, εκτός από την «Πιαμοντέσα» και τη γαλέρα του Μπενίτο Σοράνσο, δύο τού Ντόρια και της Σικελίας και οκτώ της Βενετίας που είχαν βυθιστή.
Οι αιχμαλωτισμένες γαλέρες του εχθρού ήταν εκατόν τριάντα. Υπολόγισαν πώς οι βυθισμένες ανέρχονταν σε ογδόντα, ενώ περίπου σαράντα κατάφεραν νά γλυτώσουν. Οι νεκροί στην χριστιανική άρμάδα δεν ήταν λιγώτεροι από επτά χιλιάδες, εξακόσιοι άνδρες. Οι εχθροί, απ΄ότι μπόρεσαν να υπολογίσουν, ίσως και με κάποια υπερβολή, έχασαν σε νεκρούς και αιχμαλώτους περίπου τριάντα χιλιάδες άνδρες, εικοσιπέντε από τους πρώτους και πέντε χιλιάδες από τους δεύτερους, που ανάμεσά τους συμπεριλαμβάνονταν πλήθος αξιωματικοί, ναύαρχοι και άλλα εξέχοντα πρόσωπα. Διότι δεν σώθηκαν από τους ανωτέρους της τούρκικης αρμάδας παρά o Ουλουτζαλής και o Περτέφ πασάς κι ούτε τρεις από τίς διακεκριμένες γαλέρες δέν γλύτωσαν . Τελικά οι αιχμάλωτοι που κρατούσαν στην αρμάδα τους και που εξαγοράστηκαν ξεπερνούσαν τις δώδεκα χιλιάδες ψυχές.
Αυτό ήταν το αποτέλεσμα της ναυμαχίας των Εχινάδων , αξιο-μνημόνευτης για το πλήθος των στρατιωτικών δυνάμεων που εκεί συγκεντρώθηκαν, για το πείσμα και την ανδρεία με την οποία κερδήθηκε o θρίαμβος και για τον αφανισμό που υπέστησαν οι τούρκικες μοίρες από τον Σύνδεσμο. Τέσσερεις μέρες παρέμεινε o Δον Χουάν στο λιμάνι Πεταλά, διορθώνοντας τις γαλέρες, φροντίζοντας γιά την θεραπεία των τραυματιών και μελετώντας πώς θα έπρεπε να ένεργήση από δω και πέρα για να υπάρξη κάποιο ώφελος από αυτή τη νίκη. ‘Εγραψε εκεί και αναφορά του για τη μάχη κι ένα γράμμα για τον βασιλιά αδελφό του, κι’ άλλες ακόμα επιστολές σε διάφορες προσωπικότητες της Ισπανίας.
Στις 11 Οκτ αναχωρούν από τον Πέταλα και στο τέλος του Οκτώβρη αγκυροβόλησε στο λιμάνι της Μεσσήνας, ενώ ανέμιζαν στίς γαλέρες τα λάβαρα , οι σημαίες κι οι ταινίες και ρυμουλκούσαν από τις πρύμνες τους τις νικημένες γαλέρες, που είχαν επίσης τίς σημαίες τους να σέρνωνται, όμως, πεσμένες στά νερά.