Η Μαρία Ρεπούση και ο Δούλος του Νίτσε

Του Χρήστου Νάτση / από το unfollow.com.gr

Το τελευταίο επεισόδιο στο σήριαλ «Μαρία Ρεπούση», παρ’ όλη την ήσσονα πολιτική σημασία του, αποκαλύπτει μια τετριμμένη πλέον στρατηγική στο χώρο του ευρύτερου φιλελεύθερου κέντρου, στρατηγική που αποβλέπει, σε πρώτο χρόνο, στη «μαρτυροποίηση» συγκεκριμένων προσώπων και, σε δεύτερη φάση, στη νομιμοποίηση μιας ιδεολογίας της απολιτίκ συναίνεσης. Το γενικό σχήμα είναι απλό: πρόσωπα που δεν προέρχονται από το χώρο της «σκληρής» πολιτικής (Καμίνης, Ρεπούση), άρα χαρακτηρίζονται από μια «αφελή», αδιαμεσολάβητη σχέση με την πολιτική έκφραση, διεκδικούν το ρόλο του παιδιού στο γνωστό παραμύθι «Τα ρούχα του βασιλιά», επιλέγοντας να πουν στον πλέον ακατάλληλο χρόνο άβολες, υποτίθεται, αλήθειες. Αυτή η επισήμανση της αλήθειας, σε ένα ημαρτημένο πολιτικό περιβάλλον, τους μετατρέπει σε θύματα των άκρων, σε θύματα αυτών που απεργάζονται το κακό της (μίας και στερούμενης επιθετικών προσδιορισμών) Δημοκρατίας.

Τους μάρτυρες τους τιμάς χωρίς τι και πώς. Έτσι και οι πολιτικοί μάρτυρες του Κέντρου δεν δέχονται ορθολογική αμφισβήτηση. Κατά τον γνώριμο τρόπο του συναινετικού αφηγήματος, ο διάλογος δύναται να αφορά μόνο τεχνικές λεπτομέρειες, μόνο την εκτελεστική διαδικασία ενός πασιφανούς σχεδίου. Ετεροκαθοριζόμενο ως αυτό που είναι αντικείμενο μίσους για τους «ολοκληρωτισμούς», το Κέντρο θυμίζει έτσι τη φιγούρα του Δούλου στον Νίτσε: δεν αντλεί τη νομιμοποίησἠ του θετικά αλλά αρνητικά. Δεν είναι αυτό πρωτίστως καλό, αλλά οι άλλοι κακοί (βλ., παραδείγματος χάρη, τη διάσημη ρήση του Τσώρτσιλ «Η δημοκρατία είναι το χειρότερο πολίτευμα, αλλά δεν έχουμε καλύτερο»). Την ίδια στιγμή ακυρώνει το διάλογο, ποινικοποιεί τις αντιπαραθέσεις, αναστέλλει την όποια συζήτηση επί επιστημονικών ή θεωρητικών ζητημάτων εργαλειοποιώντας τη προς όφελος μιας σχηματικής αντιπαράθεσης. Και κυρίως συσκοτίζει τα πραγματικά προβλήματα και εντέλει τη δυνατότητα ορθολογικής αντιμετώπισής τους, για την οποία φαινομενικά κόπτεται.