Αφαίρεση της εκτροπής του Αχελώου από όλα τα σενάρια ζητά το ΤΕΕ Αιτωλοακαρνανίας

Τις θέσεις του δημοσιοποιεί του ΤΕΕ Αιτωλοακαρνανίας σχετικά με την αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, Αττικής και Θεσσαλίας. Το ΤΕΕ Αιτωλοακαρνανίας ζητά αφαίρεση της εκτροπής του Αχελώου από όλα τα σενάρια, έστω και αν αυτά είναι εναλλακτικά και όχι κύρια, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι στα προτεινόμενα σχέδια διαπιστώνει μεταξύ αλλών υποεκτιμήσεις της μελετητικής ομάδας όσο αφορά τις υδατικές ανάγκες της Αιτωλοακαρνανίας για άρδευση αλλά και ότι η επιμέρους διαβούλευση σχεδίων που αντικειμενικά σχετίζονται μεταξύ τους (Δυτική Στερεά – Αττική ) δε βοηθά σε μια ολοκληρωμένη εικόνα της διαχείρισης των υδατικών πόρων και αναιρεί την ουσία και τη χρησιμότητα των σχεδίων.

Αναλυτικά οι θέσεις του ΤΕΕ:
Κατάρτιση 1ης Αναθεώρησης του Σχεδίου Διαχείρισης Λεκανών ΑπορροήςΠοταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Δυτικής Στερεάς Ελλάδας (EL04)
Η πληροφόρηση του κοινού και των εμπλεκόμενων φορέων όσον αφορά στα σημαντικά ζητήματα διαχείρισης των υδάτων σε επίπεδο λεκάνης απορροής είναι βασικό στοιχείο για την άρτια και ολοκληρωμένη κατάρτιση των σχεδίων διαχείρισης υδατικών πόρων.
Θεωρούμε ότι η βούληση του ΥΠΕΚΑ, κινείται προς την σωστή κατεύθυνση δηλαδή στην αποτροπή της εκτροπής του Αχελώου ποταμού στην Θεσσαλία. Στο σχέδιο που παρουσιάστηκε για διαβούλευση, η οποία ούτως ή άλλως δεν μπορεί αν θεωρηθεί πλήρης, αφού σχεδόν το σύνολο των συνοδευτικών κειμένων δεν έχει αναρτηθεί, εμφανίστηκαν τέσσερεις βασικές αδυναμίες.
Α)Η πρώτη αφορά στην υποεκτίμηση των απολήψεων ύδατος στις λεκάνες απορροής του Αχελώου και του Ευήνου. Οι απολήψεις για την άρδευση στα συλλογικά δίκτυα του νομού Αιτωλ/νίας είναι κατά πολύ μικρότερες αναλογικά από αυτές από την τεχνητή λίμνη Πλαστήρα προς την Καρδίτσα. Ενδεικτικά οι συγκεντρωτικές εκτιμώμενες απολήψεις ύδατος που πραγματοποιούνται στο Υδατικό Διαμέρισμα Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, σύμφωνα με το Σχέδιο, ανέρχονται σε περίπου 542 hm3 ανά έτος. Από αυτές, το μεγαλύτερο μέρος τους προορίζεται για άρδευση (493 hm3), ένα σημαντικό μέρος για πόσιμο νερό (39 hm3), ενώ σαφώς μικρότερες είναι οι εκτιμώμενες απολήψεις για κτηνοτροφία (8 hm3) και βιομηχανία (2 hm3). Από αυτές εκτιμάται ότι περίπου 390 hm3 ( 70 %) αφορούν απολήψεις από επιφανειακά υδατικά συστήματα και περίπου 170 hm3 ( 30 %) από υπόγεια. Στις εκτιμώμενες απολήψεις δε συμπεριλαμβάνονται τα περίπου 140 εκατ. m3 που αποσπώνται από τη Τεχνητή Λίμνη Πλαστήρα προς το ΥΔ08 και τα περίπου 440 εκατ. m3 που αποσπώνται από τη Τεχνητή Λίμνη Μόρνου προς το ΥΔ06.
Από τα στοιχεία παρόμοιων μελετών (Μελέτη ολοκληρωμένου σχεδίου διαχείρισης & ανάδειξης περιοχής λιμνών και τεχνητών φραγμάτων (ανάντη φράγματος Κρεμαστών έως εκβολές Αχελώου./ ΠΔΕ /2012) οι αρδεύσιμες εκτάσεις είναι της τάξης των 596 χιλ. Στρ. και οι ελάχιστες ανάγκες άρδευσης 490 εκατ. m3. Οι ανάγκες αυτές όμως υπολογίστηκαν με δεδομένο ότι υπάρχουν νέα δίκτυα χωρίς μεγάλες απώλειες. Άρα οι απολήψεις άρδευσης είναι υποτιμημένες και δε λαμβάνουν υπόψη την πραγματική κατάσταση των αρδευτικών δικτύων, τις μελλοντικές ανάγκες δεδομένης και της νέας κατάστασης που δημιουργείται λόγω της οικονομικής κρίσης (επιστροφή νέων στη γεωργία κλπ ) αλλά και τις διαφαινόμενες νέες τάσεις της ΚΑΠ που αφορούν στην παραγωγή και διάθεση τροφίμων. Στη λεκάνη του Ευήνου και του Μόρνου οι απολήψεις προς το Υ.Δ.6 δεν παρουσιάζονται. Αυτό σημαίνει πρακτικά πως απολήψεις της τάξης του 60% των φυσικών παροχών δεν λαμβάνονται υπόψη. Υπάρχουν λανθασμένες επίσης πληροφορίες για την απόληψη από τον Εύηνο όπως για παράδειγμα να θεωρείται απόληψη από τον Εύηνο η παροχή νερού από το ΤΟΕΒ Νεοχωρίου, Παραβόλας και Πεδιάδας Μεσολογγίου.

Β)Η δεύτερη αδυναμία αφορά στο χρηματοοικονομικό κόστος των υπηρεσιών ύδατος. Αν και το αναλυτικό τεύχος του υπολογισμού του δεν έχει αναρτηθεί ώστε να μπορούμε να το εξετάσουμε φαίνεται ότι δεν συμπεριλαμβάνονται στα κόστη οι άλλες χρήσεις των ταμιευτήρων του Αχελώου πέραν της άρδευσης και της ύδρευσης. Οι ταμιευτήρες του Αχελώου γνωρίζουμε ότι είναι πολλαπλού σκοπού και εξυπηρετούν τόσο την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας όσο και την αντιπλημμυρική προστασία την άρδευση και την ύδρευση. Οι χρήσεις αυτές σε ένα τέτοιο διασυνδεδεμένο και ελεγχόμενο σύστημα δεν είναι αντικρουόμενες αλλά συμπληρωματικές . Υπενθυμίζεται ότι στους 3 υδροηλεκτρικούς σταθμούς (συνολικά 910 MW σε Κρεμαστά – Καστράκι – Στράτο ) παράγεται το 40% περίπου της Υδροηλεκτρικής ενέργειας της χώρας και με τη λειτουργία τους εξασφαλίζεται η ρύθμιση και η ασφαλής λειτουργία του εθνικού ηλεκτρικού συστήματος της Ελλάδας. Όσον αφορά το περιβαλλοντικό κόστος και κόστος πόρου αυτό υπολογίζεται μόνο στην περίπτωση που αναμένεται βελτίωση της κατάστασης των Υ.Σ. Στη περίπτωσή μας, τόσο στη λεκάνη απορροής του Αχελώου όσο και στην λεκάνη απορροής του Εύηνου, τα Υ.Σ είναι σε καλή έως υψηλή κατάσταση και ως εκ τούτου τυχόν μέτρα δεν τη βελτιώνουν.
Επειδή, σύμφωνα με την ΚΥΑ 135275/22.05.2017 «Έγκριση γενικών κανόνων κοστολόγησης και τιμολόγησης υπηρεσιών ύδατος» δεν προβλέπεται ο επιμερισμός του οικονομικού κόστους σε άλλες χρήσεις πέραν της άρδευσης και της ύδρευσης που στην περίπτωση του Αχελώου, του Ευήνου και του Μόρνου δεν μπορεί να εφαρμοστεί, προτείνουμε για την πιο ορθή επιστημονική εξέταση των οικονομικών δεδομένων να γίνει ένα εναλλακτικό σενάριο όπου θα εμφανίζονται και τα δεδομένα της παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας αλλά και αντιπλημμυρικής προστασίας. Τέλος η παροχή νερών στις εκβολές του Αχελώου για την διατήρηση σε καλή οικολογική κατάσταση των βιοτόπων δεν έχει ληφθεί καθόλου υπόψη.

Γ)Τρίτη αδυναμία του σχεδίου αφορά στα βασικά και συμπληρωματικά μέτρα στα οποία περιλαμβάνει το σχέδιο διαχείρισης. Τα μέτρα αυτά πρέπει να αποτελούν τον μηχανισμό επίτευξης των περιβαλλοντικών στόχων που
τίθονται. Τόσο στα βασικά όσο και στα συμπληρωματικά μέτρα δεν περιλαμβάνονται έργα για την διατήρηση της καλής κατάστασης των νερών και για την μείωση των απορροών για άρδευση και ύδρευση. Στο σχέδιο διαχείρισης δεν περιλαμβάνονται έργα που έχουν ήδη κατασκευαστεί (όπως το Φράγμα στο Δαφνοζωνάρα), αδειοδοτηθεί (όπως ο ταμιευτήρας της Μεσοχώρας), ή δρομολογηθεί (όπως το Φράγμα Αυλακίου, φράγματα στον Αχελώο και στον Εύηνο, το σύστημα αντλησιοταμίευσης στη θέση Άγιος Γεώργιος Αλευράδας), τα οποία τροποποιούν την κατάσταση στα υδατικά σώματα τα οποία επηρεάζουν. Πέρα από αυτό αποτελούν σημαντικά έργα για τα οποία θα έπρεπε να υπάρχει διαφορετική διαδικασία αδειοδότησης συνολικά και όχι αποσπασματικά και για το καθένα ξεχωριστά. Ήδη από προηγούμενες δεκαετίες και χωρίς να υπάρχει κάποιος κεντρικός σχεδιασμός έχει γίνει εκτροπή μεγάλου μέρους των Υδάτων της Δυτικής Στερεάς προς άλλα Υδατικά Διαμερίσματα με σοβαρές επεμβάσεις στους ποταμούς Εύηνο, Μόρνο, Ταυρωπό (παραπόταμο του Αχελώου) με την κατασκευή μεγάλων φραγμάτων. Οι εκτροπές αυτές τείνουν να θεωρούνται τετελεσμένες και δεν εξετάζονται από το σχέδιο ως εκτροπές. Όπως φαίνεται και στο σχέδιο διαχείρισης, η ποσότητα νερού που εκτρέπεται από τον Εύηνο και τον Μόρνου προς την Αθήνα είναι ίση, αν όχι μεγαλύτερη με την αρχικά σχεδιαζόμενη εκτροπή του Αχελώου προς την Θεσσαλία. Τέλος όσον αφορά στην εκτροπή του άνω ρου του Αχελώου προς τη Θεσσαλία το οποίο εξετάζεται ως σημαντικό ζήτημα στο παραδοτέο 2 , άποψή μας είναι ότι θα πρέπει να μην αναφέρεται καθόλου. Το Φράγμα της Συκιάς το οποίο έχει αρχίσει να κατασκευάζεται καθώς και η σήραγγα εκτροπής δεν αναφέρονται καθόλου. Σαφέστατα είναι πολύ μεγάλα έργα για να μην ληφθούν υπόψη στο σχέδιο διαχείρισης, ακόμη κι αν δεν πρόκειται ποτέ να ολοκληρωθούν.

Δ)Τελευταία και σημαντικότερη αδυναμία όμως είναι η αποσπασματικότητά του. Η διαβούλευση και η μελέτη των σχεδίων διαχείρισης γίνεται αποσπασματικά για τα υδατικά διαμερίσματα 4,6 και 8 παρά το γεγονός ότι υπάρχει διασύνδεση μεταξύ τους. Το δε γεγονός της εκτροπής του 90% της μέσης φυσικής απορροής του Μόρνου προς την Αθήνα θεωρείται δεδομένο και χωρίς οικονομικό κόστος.
Το μέγεθος των εκτρεπομένων ποσοτήτων ακόμη και με τα δεδομένα του σχεδίου είναι ενδεικτικό για την αποσπασματική και μη επιστημονική θεώρηση των εκτροπών αυτών. Οι απολήψεις για άρδευση στην Αιτωλοακαρνανία είναι 437 εκατ.κ.μ όταν η απόληψη από το Μόρνο για την Αθήνα είναι 440 εκατ. κ.μ. Οι ποσότητες αυτές θεωρούνται φυσικό από το σχέδιο να εκτρέπονται χωρίς να εξετάζονται βασικά ή συμπληρωματικά μέτρα για την μείωσή τους. Σε κάθε περίπτωση τόσο για την διαχείριση των εκτρεπομένων ποσοτήτων όσο και για την διατήρηση της καλής κατάστασής του, αρμόδιοι θα πρέπει να είναι και οι φορείς προέλευσης. Δηλαδή ενώ υπάρχει συναρμοδιότητα, για τα έργα στη λεκάνη απορροής του Μόρνου από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Δυτ. Ελλάδας και Αττικής, δεν υπάρχει ο αντίστροφος έλεγχος από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Δυτικής Ελλάδας για την διάθεση ποσοτήτων στην Αττική.

Συμπερασματικά το ΤΕΕ Αιτωλοακαρνανίας
 Δεν συμφωνεί με τις υποεκτιμήσεις της μελετητικής ομάδας όσο αφορά τις υδατικές ανάγκες της Αιτωλοακαρνανίας για άρδευση αλλά και άλλες χρήσεις και με την επιδερμική αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε όλη την Δυτική Ελλάδα οι οποίες θα ήταν απόρροια μιας ενδεχόμενης εκτροπής του Αχελώου στην Θεσσαλία.
 Έχει επιφυλάξεις για το αν τα αποθηκευτικά έργα ( δημιουργία πρόσθετων μικρών φραγμάτων) στην λεκάνη του Πηνειού, που εμφανίζονται μεν σαν κύρια λύση άλλα όχι ως ιδιαίτερα αποτελεσματική, σε αντίθεση με την εκτροπή που προτείνεται σαν εναλλακτικό σενάριο, μπορούν να εκπληρώσουν το ρόλο τους .
 Η εκτροπή του Αχελώου ποταμού εξακολουθεί να υφίσταται ως εναλλακτικό σενάριο και όχι ως κύρια λύση πλέον.
 Τελευταία και πιο σημαντική παρατήρηση είναι ότι η επιμέρους διαβούλευση σχεδίων που αντικειμενικά σχετίζονται μεταξύ τους (Δυτική Στερεά – Αττική ) δε βοηθά σε μια ολοκληρωμένη εικόνα της διαχείρισης των υδατικών πόρων και αναιρεί την ουσία και τη χρησιμότητα των σχεδίων. Θεωρούμε απαραίτητη την πραγματοποίηση σε κάθε υδατικό διαμέρισμα συμπαρουσίασης των σχεδίων των διαμερισμάτων με τα οποία διασυνδέεται, τόσο όσο αφορά σε υφιστάμενη μεταφορά ποσοτήτων νερού, όσο και σε σχέδια και μελέτες που προβλέπουν τέτοια έργα.

Σύμφωνα με τα παραπάνω ζητάμε την επανεκτίμηση όλων των πραγματικών δεδομένων της 1ης αναθεώρησης των Σχεδίων Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών του Υδατικού Διαμερίσματος Δυτικής Στερεάς Ελλάδας ΥΔ4, Αττικής ΥΔ6 και Θεσσαλίας ΥΔ8, καθώς επίσης και την αφαίρεση της εκτροπής του Αχελώου από όλα τα σενάρια, έστω και αν αυτά είναι εναλλακτικά και όχι κύρια.