Στα πρόθυρα της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης βρίσκεται η Ελλάδα λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην αγορά ακινήτων, όπως αναφέρεται σε σχετική έρευνα που έχει πραγματοποιήσει η τράπεζα Eurobank.
Τα βασικά στοιχεία του εκρηκτικού αυτού κοκτέιλ που δημιουργεί το λιγότερο ανησυχία στους επίδοξους πωλητές, αγοραστές, ιδιοκτήτες και ενοικιαστές είναι τρία. Αυτά δεν είναι άλλα από τη στενότητα της προσφοράς, την ταχεία αύξηση των τιμών, και τη μετατόπιση της στέγασης από κοινωνικό αγαθό επενδυτικό προϊόν.Εν ολίγοις, δεν υπάρχει το κατάλληλο απόθεμα ακινήτων στην αγορά ώστε να ικανοποιήσει τις αυξημένες ανάγκες των πολιτών που έχουν γεννηθεί ή έχουν βρεθεί στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενώ και οι τιμές τόσο της πώλησης όσο και της ενοικίασης ενός ακινήτου γίνονται απλησίαστες. Εάν προσθέσουμε στα παραπάνω το γεγονός ότι οι ιδιοκτήτες των ακινήτων κοιτούν να βγάλουν όσο το δυνατόν περισσότερο κέρδος σε συνδυασμό με την ύπαρξη νέων μορφών ενοικίασης, όπως για παράδειγμα η βραχυχρόνια μίσθωση και δη σε ξένους τουρίστες με την επιμήκυνση της τουριστικής σεζόν, τότε γίνεται κατανοητό ότι τα περιθώρια στενεύουν σε πολύ επικίνδυνο βαθμό.
Η έρευνα γίνεται πιο συγκεκριμένη και όσον αφορά τη στενότητα της προσφοράς επισημαίνεται ότι τα διαθέσιμα ακίνητα περιορίζονται σημαντικά λόγω της κατάρρευσης της οικοδομικής δραστηριότητας κατά τη διάρκεια της δεκαετούς κρίσης. Επιπλέον, ένα ακόμα εμπόδιο είναι το γεγονός ότι ακόμα και αν υπάρχουν κατοικίες προς πώληση, αυτές δεν είναι διαθέσιμες στην πραγματικότητα λόγω της γνωστής “Σκύλλας” και “Χάρυβδης” του κράτους, δηλαδή τις αγκυλώσεις της γραφειοκρατίας και της πολεοδομίας.
Άλλα αρνητικά στοιχεία που συντελούν στη στεγαστική κρίση είναι η αύξηση της ζήτησης μέσω άλλων τρόπων εκτός της ιδιοκατοίκησης. Σε αυτό συμβάλλουν τα προγράμματα της χρυσής βίζα που είχαν ως αποτέλεσμα την αγορά πλήθους σπιτιών από πολίτες εκτός ΕΕ, την τουριστική αξιοποίηση τους, αλλά και τη στροφή στη βραχυχρόνια μίσθωση (σ.σ. Όπως το AirBnB) με αποτέλεσμα οι κάτοικοι των περιοχών να μην έχουν πρόσβαση σε προσιτές κατοικίες.
Όλα τα παραπάνω στοιχεία σύμφωνα πάντοτε με την έρευνα της Eurobank πλήττουν κυρίως τα μεσαία και χαμηλά στρώματα της κοινωνίας, τα οποία δέχονται επίσης ισχυρές πιέσεις και από την αύξηση του κόστους διαβίωσης. Αποτέλεσμα αυτού είναι η αύξηση της πίεσης στους ατομικούς και οικογενειακούς προϋπολογισμούς και ως εκ τούτου οι Έλληνες αναγκάζονται να “τρώνε από τα έτοιμα”, δηλαδή τις καταθέσεις τους θυσιάζοντας την όποια ελπίδα για απόκτηση δικής τους κατοικίας.
Χρειάζονται μισθοί 19 χρόνων για ένα σπίτι – Στον πάτο η Ελλάδα μεταξύ των μισθών της ΕΕ
Σχετικά με τις τιμές πώλησης σε αναλογία με τα έσοδα των Ελλήνων η Eurobank αναφέρει ότι ναι μεν οι απολαβές των εργαζομένων στη χώρα μας έχουν βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά ο ρυθμός αύξησης των τιμών πώλησης και ενοικίασης των ακινήτων καλπάζουν με ακόμα μεγαλύτερους ρυθμούς. Γεγονός και το οποίο είναι απαγορευτικό για την απόκτηση ή έστω την ενοικίαση στέγης, ενώ τονίζεται πως η προσιτότητα των ακινήτων βρίσκεται στα χαμηλά της πανδημίας και απέχει ελάχιστα από την περίοδο της κρίσης.
Αξίζει να αναφερθεί σε αυτό το σημείο ότι έρευνα που έχει πραγματοποιηθεί από τη Cerved Property Services επισημαίνεται ότι απαιτούνται μισθοί 19 χρόνων για την απόκτηση μίας κατοικίας 100 τ.μ. με μέση τιμή αγοράς τα 300.000 €. Σε αυτό το ποσό πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι βάσει των πρόσφατων στοιχείων της Eurostat που αναλύει το μέσο όρο των μισθών πλήρους απασχόλησης σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση η Ελλάδα είναι στην κορυφαία τριάδα… από το τέλος με μέση ονομαστική αξία μισθού τα 1.418 € (οι άλλες δύο χώρες με χειρότερες επιδόσεις από την Ελλάδα είναι η Ουγγαρία με διαφορά μόλις 10 € από τη χώρα μας και η Βουλγαρία με 1.125 €).
Για τη στάση των τραπεζών τονίζεται πως οι στρόφιγγες των δανείων έχουν κλείσει με αποτέλεσμα τα νοικοκυριά να μην έχουν πρόσβαση σε χρηματοδότηση και να στρέφονται σε δικά τους κεφάλαια. Το τελευταίο, όμως είναι απαγορευτικό για μεγάλη μερίδα των Ελλήνων, και ιδιαίτερα για τα νοικοκυριά που δεν έχουν αποταμιεύσεις (σ.σ. Το μέσο ποσό καταθέσεων ανέρχεται έως και τις 14.000 €).
πηγή : thetoc.gr