Ποιοι τα πήραν και ποιοι τους κάλυψαν;
Γράφει ο Παναγιωτόπουλος Γιώργος
Καθηγητής,
Αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Πατρών
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πολιτική υποκρισία από το να παρουσιάζεται ένα δομημένο, επί πολλά χρόνια, σκάνδαλο ως απλή «κακοδιαχείριση».
Η υπόθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι η πλημμελής λειτουργία ενός οργανισμού. Είναι ένα καλά εδραιωμένο σύστημα κατάχρησης δημόσιου και ευρωπαϊκού χρήματος που λειτούργησε κάτω από τα μάτια ή με τις πλάτες θεσμών, διοικητικών μηχανισμών και πολιτικών προσώπων. Αν υπάρχει κάτι που προσβάλει τη νοημοσύνη του πολίτη σήμερα, δεν είναι η ύπαρξη του σκανδάλου. Είναι η απόπειρα αποσιώπησης και σχετικοποίησης, η καθυστέρηση της αλήθειας, η σιωπή των υπευθύνων, η απόπειρα «τεχνικής απορρόφησης» ενός βαθιά πολιτικού γεγονότος.
Η σιωπή του πολιτικού προσωπικού είναι ενδεικτική. Ούτε παραιτήσεις ούτε απολογισμός, ούτε αυτοκριτική. Αντ’ αυτών, αμήχανες δηλώσεις περί «διοικητικών αδυναμιών», «αναδιοργάνωσης» και τεχνικές αποφάσεις συγχωνεύσεων. Η απόπειρα μετατροπής ενός πολιτικού σκανδάλου σε τεχνοκρατικό πρόβλημα είναι από μόνη της πολιτική συγκάλυψη.
Το μοντέλο ήταν απλό: Δημιουργήθηκαν χιλιάδες εικονικές αιτήσεις αγροτικών ενισχύσεων, με ενοικιαζόμενα χωράφια που δεν καλλιεργήθηκαν ποτέ, με τοπωνύμια που επαναλαμβάνονται ως ψευδοεκτάσεις, με πλασματικά στοιχεία που διοχετεύτηκαν σε ένα κράτος που δεν έλεγξε τίποτα και δεν τιμώρησε κανέναν.
Εκατομμύρια ευρώ έφυγαν από κοινοτικά ταμεία για να φτάσουν σε χέρια που δεν τα δικαιούνταν. Και όλα αυτά, μέσα από μια διαδικασία που φαινομενικά διέθετε διαφάνεια, λογιστικό έλεγχο και θεσμική εποπτεία.
Η διοίκηση λειτούργησε ως διεκπεραιωτής ενός «εσωτερικού κυκλώματος», το οποίο, σε πολλές περιπτώσεις, δε λειτουργούσε μεμονωμένα ή παρασιτικά αλλά δομικά. Δεν πρόκειται για μερικούς «επιτήδειους», όπως προσπαθούν να μας πείσουν. Πρόκειται για ένα μηχανισμό πολλαπλών ταχυτήτων: διοικητικών υπαλλήλων που υπέγραφαν χωρίς έλεγχο, πολιτικών που όριζαν «διακριτικά» πλαίσια ανοχής και «ωφελούμενων» που γνώριζαν πώς να κινηθούν στο γκρίζο.
Από την αρχή της αποκάλυψης, η πολιτεία δεν έδειξε την παραμικρή πρόθεση να φτάσει στο βάθος. Η ανακοίνωση της κατάργησης του ΟΠΕΚΕΠΕ και της μεταφοράς των αρμοδιοτήτων στην ΑΑΔΕ δεν είναι πράξη κάθαρσης, είναι πολιτικό καμουφλάζ. Αντί για έρευνα, είχαμε αναδιάρθρωση. Αντί για απολογία, είχαμε ανακοινώσεις περί «διοικητικής μεταρρύθμισης». Η σιωπή είναι τόσο προσεκτικά κατασκευασμένη που πλέον δεν αποτελεί αμέλεια. Είναι επίσημη τακτική.
Και ενώ οι πολιτικοί σιωπούν, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) πράττει. Η εμπλοκή της EPPO δεν είναι ούτε απλή ούτε τυπική. Είναι η σαφέστερη θεσμική καταδίκη της ελληνικής πολιτείας να επιτελέσει τα στοιχειώδη. Είναι το επίσημο μήνυμα της Ε.Ε. προς την Αθήνα ότι «δεν σας εμπιστευόμαστε». Και αυτό δεν είναι πια θέμα εικόνας, είναι θέμα ουσίας. Πώς κυβερνάς όταν δεν μπορείς ούτε τον εαυτό σου να ελέγξεις;
Η επέμβαση της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας είναι νομικά επιτρεπτή αλλά πολιτικά φορτισμένη. Η Ευρώπη επιλέγει να ασκήσει θεσμική επιτήρηση σε έναν εθνικό μηχανισμό, κάτι που προσομοιάζει περισσότερο σε σχέσεις εποπτείας τρίτης χώρας παρά σε εταιρική σχέση εντός της Ένωσης. Η ανάγκη για εξωτερική παρέμβαση προδίδει αδυναμία εσωτερικής κάθαρσης και υπονομεύει το κύρος της ελληνικής δικαιοσύνης και των διοικητικών θεσμών.
Όμως η πιο βαθιά ανησυχία έρχεται από την κοινωνία. Γιατί ενώ υπάρχει απόδειξη, υπάρχει έρευνα, υπάρχουν ύποπτοι, μάλλον δεν υπάρχει οργή. Η παραίτηση του πολίτη είναι η μεγαλύτερη νίκη των υπευθύνων. Όταν η απάτη αντιμετωπίζεται ως καιρικό φαινόμενο, όταν δε ζητάμε να δούμε ποιοι πήραν τι, τότε το σκάνδαλο παύει να είναι πρόβλημα. Γίνεται συνήθεια.
Εδώ όμως σταματά η ανοχή.
Ζητούνται δεδομένα, ονόματα, ημερομηνίες, ποσά. Συγκεκριμένες ερωτήσεις. Απλά και κατανοητά.
- Ποιοι πολιτικοί γνώριζαν για τις παράνομες πληρωμές και δεν έκαναν τίποτα;
- Ποιοι διοικητικοί υπάλληλοι και στελέχη του ΟΠΕΚΕΠΕ ενέκριναν ή υπέγραψαν πληρωμές χωρίς έλεγχο;
- Ποιοι αγρότες εισέπραξαν ενισχύσεις για χωράφια που δεν κατείχαν ή δεν καλλιεργούσαν;
- Ποια στελέχη υπουργείων κάλυψαν την αδράνεια;
- Γιατί μέχρι σήμερα δεν έχουν δημοσιευτεί τα εμπλεκόμενα πρόσωπα;
- Η γεωγραφική συγκέντρωση εξαντλείται μόνο με την Κρήτη στο επίκεντρο ή υπάρχουν και σε άλλες περιοχές αντίστοιχοι «σκελετοί σε ντουλάπες» ;
Και μια τελευταία ερώτηση:
- Η διαφθορά (επιλεκτικές χρηματοδοτήσεις) είναι γνώρισμα μόνο του ΟΠΕΚΕΠΕ ή μήπως αφορά και άλλον οργανισμό που συνδέεται με τον πρωτογενή τομέα;
Αν η απάντηση είναι «δεν μπορούμε γιατί είναι σε εξέλιξη η έρευνα», τότε το ερώτημα είναι: πόσα χρόνια χρειάζεται μια δημοκρατία για να πει ποιος την υπονομεύει;
Ο κόσμος της αγροτιάς ζητά ισότητα απέναντι στον νόμο.
Όποιος πήρε επιδότηση ή αποζημιώσεις που δεν του ανήκαν, να τις γυρίσει πίσω. Όποιος επέτρεψε την παρανομία, να απολογηθεί. Όποιος συγκαλύπτει σήμερα, να λογοδοτήσει. Αυτό δεν είναι ζήτημα ηθικής. Είναι ζήτημα Δημοκρατίας.
Αν δεν κατονομαστούν οι υπεύθυνοι, αν δεν δημοσιοποιηθούν τα ονόματα των παρανόμως επιδοτηθέντων ή αποζημιωθέντων, αν δεν υπάρξει ποινική, πολιτική και διοικητική συνέχεια, τότε η Ελλάδα δεν έχει απλώς ένα τυχαίο σκάνδαλο να διαχειριστεί. Έχει κρατική συνενοχή και συλλογική εγκατάλειψη της έννοιας της ευθύνης.
Σε μια εποχή που ζητά διακαώς διαφάνεια, το σκοτάδι της σιωπής παραπέμπει σε πολιτική επιλογή.
Και είναι ώρα κάποιος να απαντήσει.
Γιατί πρέπει λίγοι και εκλεκτοί, επί δεκαετίες, να επιδοτούνται και να αποζημιώνονται εις βάρος των πολλών;
Ποιοι κρύβονται πίσω από αυτή τη «διεφθαρμένη πολιτική» και σε τι βάθος χρόνου;