Ας ξεκινήσουμε τη συζήτηση για το “εργαλείο”, μπας και δούμε το πραγματικό διακύβευμα

Του Δημήτρη Παπαδάκη

Λένε πως η συζήτηση για τη δραχμή δεν κάνει καλό… Όμως καθώς διανύουμε το τρίτο μνημόνιο και όντας η μόνη χώρα της Ευρώπης σε μνημόνιο, η πραγματικότητα είναι ότι η συζήτηση αυτή γίνεται σε μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Προσωπικά δικαιολογώ καθένα που βιώνει τα αδιέξοδα της μνημονιακής πολιτικής να αρχίζει να σκέφτεται πως “τι χειρότερο μπορεί να συμβεί με τη δραχή, όταν με το ευρώ καθημερινά γινόμαστε όλο πιο φτωχοί;”. Η συζήτηση φρονώ ότι πρέπει να γίνει με την έννοια κατ΄αρχήν της αποτίμησης των επτά χρόνων μνημονίων και στη συνέχεια, αφού επιλέξουμε το παραγωγικό μοντέλο που θέλουμε να ακολουθήσουμε, σαφώς θα πρέπει να δούμε τι εργαλείο-νόμισμα χρειαζόμαστε για να υπηρετήσουμε αυτό το μοντέλο.

Η συζήτηση ευρώ – δραχμή, αν γίνει με τον τρόπο που πρέπει να γίνει, θα μας κάνει ως κοινωνία να δούμε το πραγματικό διακύβευμα. Θα πρέπει λοιπόν, αν κάναμε μια αποτίμηση, να δούμε πόσο έχουμε πληρώσει για να έχουμε σήμερα ευρώ. Επτά χρόνια με συνεχή εσωτερική υποτίμηση και απώλεια του ΑΕΠ που συγκρίνεται με περιόδους πολέμου, θα αντέχε άραγε η οικονομία και η κοινωνία τις συνεχείς υποτιμήσεις μιας νέας δραχμής;;; Από τη στιγμή που δεν πήγαμε στην αρχή της κρίσης το 2010 στη δραχμή, τώρα νομίζω ότι είναι πολύ αργά και πολύ επώδυνο να συζητάμε για δραχμή. Στα επτά χρόνια των μνημονίων από την άλλη η διαχείριση που έχουν κάνει οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα είναι εξαιρετικά τραγική. Και αυτό είναι το μείζον πρόβλημα. Το πέπλο προστασίας στο αδηφάγο πελατειακό κράτος, την αναξιοκρατία, τη διαφθορά, την γραφειοκρατία και στο κρατικοδίαιτο τμήμα του ιδιωτικού τομέα το άπλωσαν όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις. Οι μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να γίνουν σε σημαντικά προβλήματα (π.χ δικαιοσύνη, παιδεία, πολιτικό σύστημα) όχι μόνο δεν έγιναν, αλλά “μετράπηκαν” σε ανελέητες περικοπές και λυσσαλέους φόρους.

Το παραγωγικό μοντέλο δεν άλλαξε. Η οικονομία βασίζεται στον τουρισμό και τις υπηρεσίες. Θέλουμε να το αλλάξουμε αυτό άραγε; Θέλουμε π.χ να αναπτύξουμε σταδιακά σοβαρή βιομηχανική παραγωγή στην Ελλάδα; Αν ναι, τότε πρέπει να ξέρουμε πως αυτό θα καθυστερήσει περισσότερο με τη δραχμή που θα υποτιμάται τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια. Με ένα πληθωριστικό νόμισμα θα δυσκολεύεσαι πολύ περισσότερο να αγοράσεις πρώτες ύλες από ό,τι με ένα σκληρό νόμισμα, όπως το ευρώ. Να γιατί η συζήτηση για το τι οικονομία θέλουμε ξεπηδά μέσα στη συζήτηση ευρώ – δραχμή. Με αυτό το παράδειγμα θέλω να αναδείξω πως τα ουρλιαχτά κατά της δραχμής και η κινδυνολογία σε βαθμό πως με τη δραχμή θα δύσει ο ήλιος στην ανατολή, ο κόσμος στρέφεται υπέρ της δραχμής, γιατί έχει κουραστεί να φοβάται και οι περισσότεροι πολίτες εδώ και καιρό νομίζουν ότι δεν έχουν πια τίποτα να χάσουν.

Χρειάζονται όμως επιχειρήματα υπέρ του ευρώ. Παράδειγμα ο αγροτικός τομέας. Φαντάζομαι θα θέλαμε να τον αναπτύξουμε περισσότερο. Το ευρώ σε ένα τέτοιο σκοπό δεν φέρνει κανένα εμπόδιο. Γιατί το ζήτημα με την αγροτική παραγωγή δεν είναι να έχουμε ένα φθηνό νόμισμα για να προτιμήσουν τα προϊοντά μας οι Κινέζοι και να τα αγόράσουν μαζικά. Εκ των πραγμάτων δεν μπορούμε να καλύψουμε μεγάλες ζητήσεις, όταν μάλιστα εκτός από τους εαυτούς μας πρέπει να ταΐσουμε και πάνω από 15 εκατ. τουρίστες κάθε χρόνο. Μπορούμε όμως να αυξήσουμε την παραγωγή και για τις εξαγωγές να εκμεταλλευτούμε το brand που έχουμε σε πολλά προϊόντα. Επομένως αυτό που χρειάζεται για τη αγροτική παραγωγή δεν είναι η δραχμή ως εργαλείο, αλλά η καλύτερη οργάνωση, η μείωση του κόστους παραγωγής, η τυποποίηση, η πιστοποίηση των προϊόντων. Γιατί με κανένα νόμισμα δεν σε συμφέρει να πουλάς χύμα στο εξωτερικό το ελληνικό λάδι. Αυτό είναι το πρόβλημα.