Αντίδοτο στο δημογραφικό η ένταξη περισσοτέρων στην αγορά εργασίας

Πολύ χαμηλό το ποσοστό οικονομικά ενεργού πληθυσμού στην Ελλάδα

Πολύ χαμηλό είναι το ποσοστό του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, όσων δηλαδή εργάζονται ή αναζητούν εργασία στην Ελλάδα, σε σχέση τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. «Το στοιχείο αυτό, ενώ από τη μια είναι αρνητικό, από την άλλη σημαίνει ότι η Ελλάδα έχει περιθώρια να αντισταθμίσει τις αρνητικές συνέπειες της δημογραφικής γήρανσης, βάζοντας περισσότερους ανθρώπους στην αγορά εργασίας, είτε με τη μείωση της ανεργίας είτε με την αύξηση της απασχόλησης των γυναικών», τονίζει ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και επιστημονικός υπεύθυνος του ερευνητικού προγράμματος «Δημογραφικά προτάγματα στην έρευνα και πρακτική στην Ελλάδα» (ΕΛΙΔΕΚ).

Οπως επισημαίνει, τα δημογραφικά δεδομένα τα οποία χρησιμοποιούνται συνήθως δεν δείχνουν όλη την αλήθεια για το τι συμβαίνει στην οικονομία και την αγορά εργασίας και διαφέρουν αρκετά από τους αντίστοιχους οικονομικούς δείκτες που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψιν. Μετράμε συνήθως πόσοι είναι αυτοί που ανήκουν στην ηλικιακή ομάδα από 20-64, οπότε είναι και ο εν δυνάμει εργαζόμενος πληθυσμός σε σχέση με τα παιδιά και τους συνταξιούχους. Ομως, την ίδια στιγμή υπάρχουν συνταξιούχοι που εργάζονται και «νέοι» που εξαρτώνται οικονομικά από άλλους, όπως για παράδειγμα πολλές γυναίκες στην Ελλάδα οι οποίες δεν εργάζονται, ενώ βρίσκονται στην κατεξοχήν παραγωγική ηλικία.

«Ομως, εκτός από τα στοιχεία που μετράμε για τις συντάξεις ή το ασφαλιστικό, ο πλούτος σε μια χώρα παράγεται από εκείνους που εργάζονται και όχι από εκείνους που βρίσκονται στην κατάλληλη ηλικία για να εργαστούν», τονίζει ο κ. Κοτζαμάνης. Στην Ελλάδα, μόνο το 73,4% του πληθυσμού που βρίσκεται στην ηλικιακή ομάδα μεταξύ των 20-64 ετών είναι οικονομικά ενεργό (εργάζεται ή αναζητεί εργασία). Χαμηλότερα από την Ελλάδα βρίσκονται η Κροατία –ποσοστό 71,2% του πληθυσμού 20-64 είναι οικονομικά ενεργό–, η Ιταλία –ποσοστό 70,8%– και η Πολωνία με ποσοστό 70%. Αντίθετα, στη Σουηδία το 87,6% των πολιτών από τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα είναι οικονομικά ενεργό, στην Ισλανδία και την Ελβετία το 85,9% και στην Εσθονία το 83,5%.

Οπως αναφέρεται στα δεδομένα του ερευνητικού προγράμματος.

Στην Ελλάδα, ο πληθυσμός της το 2019 κατανεμόταν με βάση τις εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ ως εξής: 0-19 ετών 2,08 εκατ., 20-64 ετών 6,28 εκατ. και 65+ 2,36 εκατ. (σύνολο 10,72 εκατ.). Οι δημογραφικοί λόγοι δίδουν:

1) 37,5 περίπου άτομα 65 ετών και άνω αντιστοιχούν σε 100 άτομα 20-64 ετών.

2) 71 σχεδόν άτομα ηλικίας 65 και άνω και 0-19 ετών αντιστοιχούν σε 100 άτομα 20-64 ετών. «Οι λόγοι αυτοί δεν διαφέρουν σημαντικά από αντίστοιχους μέσους όρους στην Ε.Ε., όπου αντιστοιχούν 34 άτομα 65 ετών και άνω σε 100 άτομα 20-64 ετών και 68,5 άτομα ηλικίας 65 και άνω + 0-19 ετών σε 100 άτομα 20-64 ετών» επισημαίνει ο κ. Κοτζαμάνης.

Με βάση τα ποσοστά ενεργού οικονομικά πληθυσμού, όμως η αναλογία είναι πολύ δυσμενέστερη για την Ελλάδα. Ωστόσο, εξηγεί, υπάρχει κάτι θετικό: «Υπάρχουν και μεγάλα περιθώρια για την ανόρθωση των αναλογιών αυτών, ανόρθωση που αν επιτευχθεί θα επιτρέψει σε μεγάλο βαθμό την “απόσβεση” των επιπτώσεων των δημογραφικών εξελίξεων των αμέσως επόμενων δεκαετιών», με την αύξηση της απασχόλησης ομάδων πληθυσμού που παραμένουν οικονομικά εξαρτώμενοι ή με τη μείωση της ανεργίας.

πηγή : kathimerini.gr