Αφιέρωμα στο γλύπτη Θόδωρο

ΘόδωροςΜε σεβασμό στο έργο και στη μνήμη του γλύπτη Θόδωρου (Παπαδημητρίου), που έφυγε από τη ζωή την Πέμπτη, 7 Ιουνίου 2018,
… μέχρι να ξαναδώσουμε κάποιο περιεχόμενο στις λέξεις, στις εικόνες ας επικοινωνήσουμε για λίγο μέσα από κοινά βιώματα:
Έστω μια κοινή αφή, μια κοινή γεύση – πληροφορίες που δεν μετατρέπονται εύκολα σε τηλε-πληροφορίες, αλλά προϋποθέτουν την φυσική παρουσία, ολόκληρο τον άνθρωπο…( Χειρισμοί: 1970 – 1982).

Κωνσταντίνα Μπάδα, Ανιχνεύοντας το συγγραφικό του έργο : οι περί τέχνης, παιδείας και πολιτισμού Αναζητήσεις του*.

Σε αυτό το μικρό αφιέρωμα θα επιχειρήσω να αναδείξω τους θεωρητικούς άξονες και τα προσδιοριστικά στοιχεία που διέπουν τον «Περί τέχνης, παιδείας και πολιτισμού» συγγραφικό λόγο του Θόδωρου, λόγο που συνδιαλέγεται με την γλυπτική του πράξη. Επισημαίνεται ότι ο συνδυασμός λόγου και καλλιτεχνικής πράξης, τέχνης και επιστήμης ευρύτερα, δεν είναι συνηθισμένος στους καλλιτέχνες καθώς υποστηρίζουν ότι ο δικός τους λόγος είναι το ίδιο το έργο. Ο γλύπτης ωστόσο Θόδωρος έχει φέρει κοντά τη θεωρία με την πράξη και έχει παράγει ένα πλούσιο συγγραφικό/ερευνητικό έργο. Αναφέρω ενδεικτικούς τίτλους:
«Στίγματα Πορείας» του γλύπτη  Θόδωρου1981 : ΕΝΑΣ ΓΛΥΠΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ, Εκδόσεις Ύψιλον
1984 : ΣΤΙΓΜΑΤΑ ΠΟΡΕΙΑΣ – ΙΧΝΗ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ, Εκδόσεις Εστία
1988 : ΙΧΝΗ, Εκδόσεις Καστανιώτη
1989 : ΕΝΑΣ ΓΛΥΠΤΗΣ ΣΤΟΝ ΑΕΡΑ, Εκδόσεις Ύψιλον
1992 : ΑΝΑ-ΚΑΤΑΛΗΨΗ, Εκδόσεις Ύψιλον
1994 : ΛΟΓΟΙ, Εκδόσεις Αιγόκερως
2012 : Στίγματα πορείας. Αναζητήσεις στην Τέχνη και την Παιδεία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Αθήνα.
Το περιεχόμενο του συγγραφικού του έργου του στρέφεται γύρω από την Τέχνη, την παιδεία, τον Πολιτισμό ως σύνολο, ορίζει δε και ανάγει τις προαναφερόμενες πολιτισμικές έννοιες και εκφράσεις ως τα κατεξοχήν πεδία δια των οποίων μπορεί να επιτευχθεί και στη σύγχρονη κοινωνία, η παραγωγή και αναπαραγωγή Πολιτισμού με όρους ποιοτικής όπως λέει συμβίωσης, όπως επίσης και να επιτευχθεί η επι- κοινωνία, η παραγωγή δηλαδή σχέσεων, διαλόγου και ανταλλαγής εμπειριών με ποιοτικούς και συμβιωτικούς όρους.
Πώς όμως ορίζει την τέχνη, για ποια επικοινωνία μιλάει, για ποιο πολιτισμό? Θα παρουσιάσω μερικές πτυχές της σκέψης του κυρίως για την τέχνη σπεύδω ωστόσο πω ότι ο λόγος του είναι μετεχμιακός. Επιλέγει δηλαδή να μιλά, να γράφει και να παράγει έργο του μεταίχμιου, του εκκρεμούς, του αγωνιώδους αυτού ορίου όπου ρυθμίζονται οι ριψοκίνδυνες καταστάσεις ή αποφάσεις για στάσεις ζωής. Ο ίδιος επίσης άμεσα ή έμμεσα ομολογεί ότι δεν είναι ορθόδοξος καλλιτέχνης α) με την έννοια ότι δεν αποδέχεται, έργω και λόγω, τον ορισμό της τέχνης ως τέχνης, ως αυτόνομης δηλαδή έκφρασης του εσωτερικού κόσμου του δημιουργού ( αν και αυτή η αντίληψη κυριαρχεί), αλλά ως επικοινωνιακής διαδικασίας β) με την έννοια ότι καταγγέλλει (χωρίς περιστροφές και μισόλογα) τόσο την επικράτηση της εφήμερης- μη διαχρονικής τέχνης, όσο και τη προϊούσα εξάρτησή της από μηχανισμούς που ρυθμίζουν τα φαινόμενά της (γκαλερί, συλλέκτες, μουσεία, εκθέσεις, βιβλία). Με την έννοια επίσης ότι δεν είναι μόνο καλλιτέχνης, είναι θεωρητικός απολογητής της τέχνης και ταυτόχρονα δάσκαλος και οργανικός διανοούμενος που παίρνει θέση για πολλά και κρίσιμα για το σύγχρονη κοινωνία ζητήματα, όπως για το πολιτισμικό γίγνεσθαι του παρόντος /παρελθόντος, για την λειτουργία και τον ρόλο της τέχνης, όχι μόνο της γλυπτικής, για το δομημένο και φυσικό περιβάλλον και για την αναζήτηση όρων βιωσιμότητας και συμβίωσης, για την ελληνικότητα, την Παιδεία, την παράδοση και τη διαχείριση της κοινωνικής μνήμης, τον χώρο και τον χρόνο. Μη ορθόδοξος τέλος γιατί παλεύει να αποκαταστήσει τη γλυπτική στη θέση που είχε κάποτε, δηλαδή της λειτουργίας της ως βασικού μέσου επι-κοινωνίας. Η αντιμετώπιση επομένως της τέχνης ως κοινωνικής – επικοινωνιακής διαδικασίας , όχι ως αυτόνομης έκφρασης του εσωτερικού κόσμου του δημιουργού συνιστά κεντρικό άξονα της θεωρήσής του. Πιστεύω σημειώνει πως «η κοινωνία εννοείται και συγκροτείται δια μέσου της επικοινωνίας», άρα τα πρότυπα που διαμορφώνουν τον «πολιτισμό» καθορίζονται από τα μέσα επικοινωνίας. Η επικοινωνία ωστόσο για τον Θόδωρο δεν είναι αφηρημένη έννοια, αλλά νοείται ως βιωμένη σχέση, ως τρόπος ανταλλαγής πληροφοριών και κοινών εμπειριών, ως κοινωνική και πολιτισμική διαδικασία που πραγματώνεται σε τόπο και χρόνο άρα στην ιστορία.

Από την αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του πρώην Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας
Από την αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του πρώην Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας

Αυτή η θεώρηση της τέχνης ως επι- κοινωνιακής διαδικασίας έχει ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα σήμερα αν σκεφτούμε ότι ο σύγχρονος άνθρωπος έχει μεν απεριόριστη επικοινωνία και πληροφόρηση δια μέσου του οπτικοακουστικού συστήματος των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, αλλά αυτή η επικοινωνία τελείται έξω από τον τόπο, δηλαδή τον κοινωνικό χώρο, και έξω από τον κοινωνικά προσδιορισμένο χρόνο. Σε κλάσματα δευτερολέπτου συμμετέχεις με την εικόνα σου σε μια σύσκεψη, παρεμβαίνεις και δρας σε ένα κοινωνικό δίκτυο, γίνεσαι γενικότερα παραγωγός και καταναλωτής ενός πολιτισμού του διαδικτύου, αποεδαφοποιημένο, άτοπο και άχρονο «Υπάρχουμε όμως δια μέσου των μέσων, όπως σημειώνει. Και αυτό δεν είναι απαραίτητα αρνητική διαπίστωση, αποτελεί απλά μια κατάφαση πως η κοινωνία εννοείται και συγκροτείται δια μέσου της επικοινωνίας.»
Η συντέλεση επομένως της επικοινωνίας δια της τέχνης μπορεί μόνο να πραγματοποιηθεί μέσα στον κοινωνικά προσδιορισμένο τόπο και χρόνο.
Ο πολιτισμός είναι πρώτα απ΄όλα χώρος σημειώνει ο Braudel και χρόνος προσθέτει ο Θόδωρος. Ο χώρος και ο χρόνος αποτελούν βασικές συντεταγμένες της κοινωνικής συγκρότησης, όχι τόσο με την έννοια ότι συνιστούν αυτές την κοίτη εντός της οποίας εκτυλίσσεται η κοινωνική ζωή και αναπτύσσεται ο πολιτισμός, όσο με την έννοια ότι οι ίδιες παράγονται κοινωνικά και ιστορικά, άρα μετασχηματίζονται κατά την οικειοποίησή τους από τον άνθρωπο. Γίνονται δηλαδή κοινωνικοί τόποι και κοινωνικοί χώροι. Αυτή τη θεώρηση περί χώρου έχει και ο συγγραφέας – καλλιτέχνης ο οποίος διεκδικεί επιτακτικά, ειδικότερα κατά την πρώτη περίοδο της καλλιτεχνικής και συγγραφικής του δραστηριότητας, την επαναφορά και την επαναλειτουργία αυτών των υποστάσεων του χώρου και του χρόνου για να μπορέσει η δημόσια γλυπτική τέχνη να παίξει τον επικοινωνιακό της ρόλο. Δος μοι τόπον … .δηλαδή κοινωνικό χώρο εγγενώς επομένως αντιθετικό, ανομοιογενή, συγκρουσιακό, κοινωνικά και πολιτισμικά διαφοροποιημένο – Δος μοι και χρόνον δηλαδή αντίληψη και μορφή χρόνου που δεν συμβαδίζει με τη γραμμική θεώρηση (συμβατή με τη θεωρία και πράξη του καπιταλιστικού συστήματος) αλλά συμβαδίζει με την κυκλικότητα και την επανάληψη των ρυθμών της φύσης και της παραγωγής, της επανάληψης, των καθαγιάσεων και των τελετουργιών που παραπέμπουν στις δομές των προβιομηχανικών κοινωνιών. Εδώ ο συγγραφέας εμφανίζεται κάπως ουτοπικός, αφού δε φαίνεται εφικτή σήμερα μια κοινωνική οργάνωση που θα λειτουργεί με όρους και δομές κοινότητας. Δεν είναι τελικά. Απλώς ορίζει τα ιδανικά περιβάλλοντα και πλαίσια εντός των οποίων η τέχνη της δημόσιας γλυπτικής παίζει τον επι- κοινωνιακό ρόλο της. Και επειδή ακριβώς αυτά δεν υπάρχουν , αναζητεί ως αντίδοτο άλλες επικοινωνιακές πρακτικές. Στην αλλοίωση π.χ. της χωροχρονικής μας αίσθησης , λόγω της ψηφιακής ατοπίας, όπου η μόνη σταθερά με κάποια πολιτισμική αξία είναι η στιγμή, εκείνος βρίσκει τις ρωγμές και τις χαραμάδες που αφήνει το σύγχρονο επι-κοινωνιακό σύστημα και ο πολιτισμός του, για να στήσει μια επικοινωνιακή σχέση με τους δέκτες θεατές, ενεργοποιώντας την ανθρώπινη ενέργεια. Το μέσο δεν είναι τόσο η γλυπτική δημιουργία καθεαυτήν και η ανάδειξη του υλικού ως εκφραστικής δύναμης, αλλά η πολιτιστικο – καλλιτεχνική πρακτική της επιτέλεσης (περφορμανς), μιας διαδικασίας που εξελίσσεται σε προσπάθεια σύζευξης των δύο διακριτών πόλων: του καλλιτέχνη / θεατή –αποδέκτη, συν – εμπλοκής αμφοτέρων, διά της γλυπτικής και της ενεργοποίησης όλων τις αισθήσεων. Έτσι μπορεί να προκύπτει επι – κοινωνία με πολλαπλές εκφράσεις της και ερμηνείες της, τόσες όσες και τα υποκείμενα δράσης ως άτομα και ως σύνολα. Πρόκειται για μια ανθρωπολογική θεώρηση και λειτουργία της τέχνης. Αλλά τι είναι τελικά η τέχνη? Ένα φαινόμενο που δύσκολο να ορισθεί, τόσο γιατί υπάρχει ένα ασαφές ανάμεσα στην τέχνη και μη τέχνη που μετατοπίζεται συχνά ανάλογα με την ιδεολογία ή το συρμό, όσο και γιατί υπάρχουν δύο τουλάχιστον αξιοπρόσεκτα ορισμοί της Α) Ο ένας την ορίζει και την εξετάζει με όρους αισθητικής, ως καλλιτεχνική παρόρμηση και ο άλλος πραγματεύεται την τέχνη ως επικοινωνία. Είναι αυτή που αποδέχεται ο Θόδωρος και αναζητεί τη λειτουργία της στο παρόν. Υπό αυτήν άλλωστε έννοια γινόταν αντιληπτή και λειτουργούσε στις προβιομηχανικές κοινωνίες. Ήταν επίσης σε μεγάλο βαθμό κοινωνικοποιημένη. Ο καλλιτέχνης σ΄αυτήν την κοινωνία δεν ξεχωρίζει από το κοινό του, συμμερίζεται τις αξίες σε πολύ μεγάλο βαθμό εκείνων που τον περιστοιχίζουν και περιορίζεται ή αποθαρρύνεται από ορισμένους κοινούς σκοπούς, κοινά προβλήματα και κοινές μεθόδους που φέρνουν στο φως μια εξαιρετική ικανότητα για εκμετάλλευση των διαδικασιών της πολιτισμικής ζωής. Η τέχνη συνιστά υπό αυτήν έννοια υπόθεση της κοινότητας, και ο ρόλος της είναι κοινωνικός με την έννοια ότι επηρεάζει την κοινωνική αλληλόδραση με συγκεκριμένους τρόπους.
ΘόδωροςΚαι η Παιδεία? Η παιδεία ορίζεται από τον Θόδωρο ως μήτρα για ουσιαστικές ζυμώσεις σε βασικές αξίες, απ’ όπου θα προκύψουν τα «δημιουργικά κύτταρα» που θα ενισχύουν τους κρίκους της αλυσίδας: επιβίωση – συμβίωση – διαβίωση των ανθρώπων ως κοινωνικών όντων, ως ατόμων που θα δρουν ως πολίτες και όχι ως ιδιώτες. Αναλυτικότερα γι΄αυτόν η παιδεία ως μια κοινωνική διαδικασία μάθησης και ως θεσμός εκπαίδευσης συνιστά το μόνο μέσο, τη μόνη ίσως προοπτική που μπορεί να δώσει τη δυνατότητα στη σύγχρονη κοινωνία του 21 ου αιώνα με τις συγκεκριμένες πολιτικοοικονομικές της δομές να ζει με όρους ποιοτικούς . « Χωρίς ένα όραμα παιδείας και Τέχνης, για μια άλλη «φαντασιακή ρύθμιση της κοινωνίας» με γνήσια νομίσματα αξιών, η ανθρώπινη ενέργεια θα σπαταλιέται και θα χάνεται σε φαντασιακά πρότυπα και στερεότυπα του κυρίαρχου πολιτισμικού μοντέλου ποσοτικής κατανάλωσης προϊόντων και γνώσεων, αυξάνοντας την κοινωνική εντροπία που οδηγεί συχνά σε πράξεις βίας και καταστροφής – αυτοκαταστροφής.
Προτείνει λοιπόν αξιοποίηση της ανθρώπινης δημιουργικότητας ενέργειας με πεδία δράσης κάποιους «κοινούς τόπους» όπως την Τέχνη με κοινωνικό της ρόλο την επικοινωνία, τις επιστήμες με ρόλο κοινωνικό και ανθρωπιστικό και όχι προς όφελος μιας αντι – ανθρώπινης τεχνολογικής εξέλιξης και συμφωνούμε μαζί του. Μόνο μέσω της παιδείας και της τέχνης είναι δυνατή η ανακοπή της πολιτισμικής υστέρησης που βιώνει η σύγχρονη κοινωνία.

* Το κείμενο προέρχεται από τις ομιλίες μου που έγιναν στην παρουσίαση του βιβλίου του γλύπτη Θόδωρου (Παπαδημητρίου), Στίγματα πορείας. Αναζητήσεις στην Τέχνη και την Παιδεία, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Αθήνα 1912, στη Λευκάδα , 2 Νοεμβρίου 2012 και στην τελετή αναγόρευσης του γλύπτη σε επίτιμο διδάκτορα του πρώην Πανεπιστημίου Δυτικής Ελλάδας, στο Αγρίνιο, 22 Μαΐου 2013