Γρ. Προϋπολογισμού: Κίνδυνος χρεοκοπίας χωρίς ελάφρυνση χρέους

Πολλαπλά «καμπανάκια» για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας περιέχει η έκθεση του Γραφείου του Προϋπολογισμού του Κράτους (ΓΠΒ) στη Βουλή, που δόθηκε στη δημοσιότητα τη Δευτέρα.

Σε αυτή, μεταξύ άλλων, επαναλαμβάνεται η ανάγκη ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, εκφράζεται η άποψη ότι η «καθαρή» έξοδος από το μνημόνιο δεν συνεπάγεται τέλος της εποπτείας και τονίζεται η σημασία της επιτάχυνσης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Ακόμη, γίνεται λόγος για εμπόδια στις επενδύσεις λόγω υψηλών φόρων κα εισφορών, ενώ προστίθεται ότι δεν έχει αποκατασταθεί εκείνη η εμπιστοσύνη της οικονομίας από την οποία εξαρτώνται οι πραγματικά παραγωγικές επενδύσεις.

Πέραν του μακρο-επιπέδου, σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης, είναι εμφανή τα σημάδια κρίσης: Πολλές ελληνικές επιχειρήσεις εξακολουθούν να «φεύγουν» προς Βουλγαρία και Κύπρο, όπου την ανάπτυξή τους ευνοούν οι χαμηλοί φορολογικοί συντελεστές και ασφαλιστικές εισφορές, ο ευκολότερος τραπεζικός δανεισμός και γενικά μια λογική καλωσορίσματος επενδύσεων. Σε άλλο σημείο σημειώνεται ότι «κατά την εκτίμησή μας δεν έχει αποκατασταθεί εκείνη η εμπιστοσύνη της οικονομίας από την οποία εξαρτώνται οι πραγματικά παραγωγικές επενδύσεις. Ο κρατικός μηχανισμός με το τωρινό νομικό σύστημα εξακολουθεί να φέρνει εμπόδια σε μεγάλα επενδυτικά σχέδια. Η ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να χρηματοδοτεί παραγωγικές επενδύσεις στην οικονομία εξακολουθεί να περιορίζεται από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (κόκκινα δάνεια). Ορισμένες μεταρρυθμίσεις υλοποιούνται, αλλά γενικά διαπιστώνουμε βραδύτητα.

«Από πολιτική άποψη ένα χαρακτηριστικό των τελευταίων μηνών είναι ότι η κυβέρνηση αναβάθμισε τον στόχο της ανάπτυξης (έναντι της αναδιανομής). Τονίζει πλέον την ανάγκη για αύξηση των (ιδιωτικών) επενδύσεων και αναγνωρίζει τον ρόλο της επιχειρηματικότητας για την επιστροφή της χώρας σε συνθήκες διαρκούς αναπτυξιακής ομαλότητας. Δεν είναι διαφορετικοί οι γενικοί προσανατολισμοί της φιλοευρωπαϊκής αντιπολίτευσης. Ακόμα και σε ζητήματα εργαλείων ή μέσων πολιτικής σημειώνονται ευρύτατες συγκλίσεις όπως φερ’ ειπείν στις αποκρατικοποιήσεις. Με τον τρόπο αυτό δημιουργούνται εξ αντικειμένου προϋποθέσεις για ευρύτερες πολιτικές συναινέσεις στη χώρα. Θα δούμε βέβαια αν οι καλές διακηρύξεις θα αντέξουν τη δοκιμασία της πολιτικής πραγματικότητας». τονίζεται στην έκθεση.

Σε ό,τι αφορά το χρέος το ΓΠΒ προειδοποιεί στην έκθεσή του ότι «η ελάφρυνση είναι αναγκαία όχι τόσο γιατί σήμερα η επιβάρυνση του προϋπολογισμού για πληρωμή τόκων είναι δύσκολα διαχειρίσιμη (όπως δείχνει η συζήτηση για τα πρωτογενή πλεονάσματα), αλλά και διότι θα εκτιναχθεί σε δυσθεώρητα ύψη μετά το 2021», και προσθέτει μάλιστα ότι «χωρίς σοβαρή ελάφρυνση, η Ελλάδα θα χρεοκοπήσει».

Αναφορικά με τον στόχο της κυβέρνησης για «καθαρή έξοδο στις αγορές», σχολιάζει ότι πρόκειται για ένα θεμιτό στόχο γιατί, αν επιτευχθεί, θα έχει ως αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων, το τέλος της αυστηρής και σε βάθος εποπτείας που συνοδεύει τα μνημόνια, ενώ θα ανοίξει και τον δρόμο για ελάφρυνση του χρέους. Υπενθυμίζει ότι, ακόμα και μια «καθαρή» έξοδος στις αγορές δεν συνεπάγεται και έξοδο από κάθε επιτήρηση, καθώς και τη δέσμευση της Ελλάδας σε σειρά συγκεκριμένων δημοσιονομικών στόχων για τα χρόνια μετά το 2018 (πρωτογενή πλεονάσματα και μέτρα στο ασφαλιστικό σύστημα το 2019 και στη φορολογία το 2020 συνολικά της τάξης του 2% ΑΕΠ προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% ΑΕΠ).

Συστάσεις
Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή προχωρά μέσω της έκθεσής του και σε συστάσεις προς την κυβέρνηση:
1) Να επιταχύνει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας, στη διάχυση της καινοτομίας και επομένως, της δυνητικής παραγωγικής ικανότητας (growth potential). Πολλές μεταρρυθμίσεις παραμερίζουν τα εμπόδια για παραγωγικές επενδύσεις. Σοβαρές επενδυτικές αποφάσεις εξαρτώνται, μεταξύ άλλων, από την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, τη σταθερότητα του φορολογικού συστήματος (όπου ένα πρώτο βήμα έγινε με την πρόβλεψη στον αναπτυξιακό νόμο ότι επενδύσεις που υπάγονται σε αυτόν δεν θα φοβούνται αλλαγές για μια δεκαετία), τη χωροταξία που θα βελτίωνε την προβλεψιμότητα της ρυθμιστικής πολιτικής και την αποτελεσματικότερη Δημόσια Διοίκηση. Υπενθυμίζουμε ότι σε σχέση με την τελευταία η χώρα έχει δεσμευθεί για σειρά αλλαγών (αξιολόγηση κλπ), που όμως αντιμετωπίζουν ισχυρές αντιδράσεις.
2) Να εντείνει τις προσπάθειες για ρύθμιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
3) Να συνεχίσει τις προσπάθειες για την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, μειώνοντας το βάρος της δημοσιονομικής προσαρμογής στα ασθενέστερα εισοδηματικά στρώματα.
4) Να ολοκληρώσει την επανεξέταση των κρατικών δαπανών (spending review). Η διαδικασία έχει ήδη αρχίσει με πρωτοβουλία του Αν. Υπουργού Οικονομικών και φαίνεται ότι αποδίδει αν κρίνουμε από την προβλεπόμενη για το 2018 μείωση της κρατικής κατανάλωσης. Συναφώς, η επανεξέταση δεν θα πρέπει να έχει μοναδικό στόχο τη μείωση των δαπανών αλλά κυρίως τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας τους με τις αναγκαίες ανακατανομές.
5) Να εντείνει τις προσπάθειες κατά της φοροδιαφυγής αρχίζοντας από τις εμφανέστερες και μεγάλες ευκαιρίες για φοροδιαφυγή που συνδέονται με τη διακίνηση του πετρελαίου.
6) Να ενθαρρύνει σαφή πρόοδο στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να αρχίσει σταδιακά να αποκαθίσταται η λειτουργία του τραπεζικού συστήματος στη χώρα, παρέχοντας την απαιτούμενη ρευστότητα στην οικονομία
7) Να αξιοποιήσει πλήρως, εγκαίρως και αποτελεσματικά όλες οι δυνητικές πηγές ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
8) Να εκτελεί ομαλά τον προϋπολογισμό, τόσο από την πλευρά των εσόδων όσο και από την πλευρά των δαπανών, ώστε να αποφευχθεί η ανάγκη λήψης επιπλέον δημοσιονομικών μέτρων.
9) Να συνεχίσει την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του δημοσίου, χωρίς τη μαζική συσσώρευση νέων.

Υπό τις προϋποθέσεις αυτές, όπως σημειώνεται στην έκθεση, θα καταστούν δυνατές νέες εκδόσεις ομολόγων με ανεκτούς όρους (χαμηλότερα επιτόκια).